Ο 29χρονος Τούρκος C.A. γεννήθηκε και μεγάλωσε στην κακόφημη συνοικία της Άγκυρας Χατσιμπαϊράμ (Hacibayram), όπου εκεί για πρώτη φορά συνάντησε και τους προσηλυτιστές της Αλ Κάιντα στα εφηβικά του χρόνια.

Έφηβος έπεσε στα ναρκωτικά, τα οποία σταμάτησε όταν εντάχθηκε στους τζιχαντιστές. Το σάιτ Dogu Eroglu κατάφερε και πήρε συνέντευξη από τον 29χρονο τζιχαντιστή, ο οποίος μίλησε για το πώς από τα ναρκωτικά μπλέχτηκε με τους εξτρεμιστές σουνίτες μουσουλμάνους και κατέληξε να πολεμά για το Ισλαμικό Κράτος στη Συρία.

Με το όνομα Εμπού Χουζαϊφάχ (Ebu Huzaifah) ταξίδεψε δύο φορές στη Συρία, όπου έμεινε δέκα μήνες συνολικά πολεμώντας για το Ισλαμικό Κράτος.

Κατά τη διάρκεια της «θητείας» του στους τζιχαντιστές απέκτησε το ψευδώνυμο «ο αποκεφαλιστής», το οποίο το… κέρδισε όταν αποκεφάλισε έναν Κούρδο αιχμάλωτο πολέμου.

Οι πράξεις του έγιναν γνωστές στον τουρκικό Τύπο, υπήρξαν δημοσιεύματα τα οποία η τουρκική κυβέρνηση διέψευσε, τελικά όμως συνελήφθη.

Μια εβδομάδα πριν συλληφθεί παραχώρησε συνέντευξη στο σάιτ Dogu Eroglu.

«Στις αρχές του 2000 διάφοροι ξένοι άρχισαν να εγκαθίστανται στη συνοικία που έμενα στην Άγκυρα και άρχισαν να κηρύττουν τον σαλαφισμό. Τότε ήμουν ακόμα παιδί. Αλλά μεγαλύτεροι από εμένα, που είχαν υιοθετήσει τον σαλαφισμό, μου μίλησαν αργότερα για αυτόν. Όταν τελείωσα το γυμνάσιο άρχισα να εργάζομαι σε μπακάλικο και μετά έγινα προμηθευτής, πουλώντας διάφορα προϊόντα με ένα φορτηγάκι γυρίζοντας όλη την Τουρκία. Μετά έπεσα στα ναρκωτικά, στα βαριά ναρκωτικά».

Παρά το γεγονός ότι έκανε χρήση ηρωίνης, οι σαλαφιστές της γειτονιάς του δεν τον απέρριψαν. Τον καλούσαν στις συναντήσεις τους, όπου και άλλοι συμμετέχοντας είχαν θέματα εξαρτήσεων, όπως αλκοολισμού.

Εκεί τον δίδαξαν ότι όταν εφαρμόζεται η Σαρία, ο θρησκευτικός μουσουλμανικός νόμος, όλα πρέπει να είναι σύμφωνα με το Κοράνι.

Εκεί κήρυτταν ότι οι άνθρωποι ζούσαν μακριά από τον λόγο του Θεού, αναζητώντας συνεχώς επίγεια αγαθά και ηδονές.

Μέχρι να δεχτεί κάποιος τον σαλαφισμό, τους έλεγαν, ζει μέσα στην άγνοια, σε έναν κόσμο με ανθρώπινους νόμους, αντί να ζει σύμφωνα με το θέλημα του Αλλάχ.

Οι ίδιοι οι σαλαφιστές έλεγαν ότι τα παιδιά δεν πρέπει να πηγαίνουν στα δημόσια σχολεία, γιατί εκεί διδάσκονται τη κοσμικότητα.

«Το Ισλαμικό Κράτος το γνώριζα μόνο μέσα από τις ειδήσεις στην τηλεόραση», λέει απαντώντας πώς εντάχθηκε στην οργάνωση.

«Έδειχναν συνεχώς αποκεφαλισμούς και παράνομες πράξεις ως βδελύγματα του Ισλαμικού Κράτους, αλλά ακόμα και τότε γνώριζα ότι αυτοί οι φόνοι ήταν αντίποινα, εντελώς σύμφωνα με τις εντολές που γράφει το Κοράνι. Από όσα είδα στις ειδήσεις, αποφάσισα να ορκιστώ πίστη στο Ισλαμικό Κράτος. Και οι άνθρωποι στη γειτονιά μου το υποστήριζαν αυτό, λέγοντας: “Αποδέξου τη θρησκεία του Αλλάχ και εκτέλεσε τις προσευχές σου. Ένας τζιχάντ βρίσκεται σε εξέλιξη και θα εξαγνιστείς και θα ανταμειφτείς εάν αποφασίσεις να συμμετάσχεις”. Το είδα και ως μια ευκαιρία να διώξω τα ναρκωτικά από τη ζωή μου».

«Εκείνη την εποχή πολλοί άνθρωποι από τη γειτονιά μου, μεταξύ των οποίων φίλοι και συγγενείς μου, είχαν ήδη ενταχθεί στο Ισλαμικό Κράτος. Το σκέφτηκα και ανακοίνωσα την απόφασή μου στους γονείς μου, που είναι πιστοί σιίτες μουσουλμάνοι και όπως περίμενα δεν τους άρεσε η ιδέα να πάω εκεί και να θυσιάσω τη ζωή μου. Η μητέρα μου είχε σοκαριστεί και απειλούσε ότι θα ειδοποιούσε την Αστυνομία σχετικά με τις προθέσεις μου. Τότε της είπα ότι εάν με παραδώσει, θα ήταν το πρώτο πρόσωπο που θα σκότωνα».

Ο ίδιος εξήγησε ότι οι άνθρωποι στη γειτονιά του που ήταν μέλη της Αλ Κάιντα, όταν εμφανίστηκε το Ισλαμικό Κράτος προσχώρησαν σε αυτό και λειτουργούσαν ως πυρήνας της οργάνωσης μέσα στην τουρκική πρωτεύουσα.

Για να μεταφερθεί στη Συρία, το ταξίδι το κανόνισε ένας γείτονάς του τον Φεβρουάριο του 2014.

Φτάνοντας στη Συρία στάλθηκε σε στρατόπεδο εκπαίδευσης στη Τάμπκα. Εκεί προηγήθηκε ιδεολογική κατήχηση ώστε να «συνειδητοποιήσουν» για ποιο λόγο πολεμάνε. Η γνωστή πλύση εγκεφάλου. Στη συνέχεια ακολούθησε η στρατιωτική εκπαίδευση.

Όταν ολοκλήρωσε τη βασική εκπαίδευση, εντάχθηκε στις εφεδρείες. Από εκεί στρατολογήθηκε σχεδόν αμέσως σε μία ταξιαρχία που μαχόταν στην πρώτη γραμμή σε μέτωπο στη Συρία.

Το Ισλαμικό Κράτος του παραχώρησε σπίτι, στο οποίο ζούσε με έναν ακόμα τζιχαντιστή.

Όπως εξήγησε, τα σπίτια που τους δίνει η οργάνωση θεωρούνται δικά τους. Μπορούν να τα κάνουν ό,τι θέλουν, ακόμα και να τα πουλήσουν εάν το επιθυμούν.

Ο μηνιαίος μισθός του ήταν 75 δολάρια, αλλά όπως εξήγησε θεωρούνται πολλά χρήματα στη Συρία και μπορούσε να τρώει κάθε ημέρα κρέας.

«Στη μάχη ξέρεις ότι εάν σκοτωθείς ο Αλλάχ θα σε δεχτεί ως μάρτυρα, αλλά είσαι και άνθρωπος και βεβαίως φοβάσαι. Όταν η μάχη μαίνεται, ο διάβολος σου ψιθυρίζει και αρχίζεις να αμφισβητείς τι στην ευχή κάνεις εκεί. Σκέφτεσαι επίσης και την οικογένειά σου. Η μητέρα μου μια φορά μου είπε: “Αρκετά! Εάν σκοτωθείς εκεί, σε ποιο τάφο θα έρθω να σε κλάψω;” Είχε δίκιο. Τα πτώματα δεν επιστρέφουν σπίτια τους, μένουν και θάβονται στη Συρία, εάν βεβαίως έχει απομείνει πτώμα για να θαφτεί. Αλλά ο αρχικός φόβος περνά καθώς αποκτάς εμπειρία στη μάχη. Συνηθίζεις στη μάχη. Και όταν έχεις δει συμπολεμιστές σου να γίνονται μάρτυρες, τότε η επιθυμία να φτάσεις στον Αλλάχ πεθαίνοντας πολεμώντας αυξάνεται».

Την πρώτη φορά πήρε άδεια από τον Εμίρη του να γυρίσει στην Τουρκία. Έφυγε από τη Συρία τον Ιούλιο του 2014 και έμεινε στην Άγκυρα μέχρι τον Μάριο του 2015.

Όταν επέστρεφε στην Τουρκία πέρασε τα σύνορα παράνομα. Τον είδαν οι χωροφύλακες αλλά έκαναν τα στραβά μάτια. Το διάστημα που είχε επιστρέψει στην Τουρκία δεν τον ενόχλησε ποτέ η Αστυνομία.

Τη Δεύτερη φορά που πήγε στο Ισλαμικό Κράτος επέλεξε να πολεμήσει στο Ιράκ. Εντάχθηκε σε μια ομάδα που μαχόταν ενάντια στους Κούρδους Πεσμεργκά. Συμμετείχε επίσης και στην κατάληψη της πόλης Ραμάντι από το Ισλαμικό Κράτος.

Στον 5ο μήνα της δεύτερης «θητείας» του στο Ισλαμικό Κράτος, ορισμένοι φίλοι του από τη γειτονιά του, που πολεμούσαν μαζί του, είπαν ότι ήθελαν να γυρίσουν στην Άγκυρα.

Αποφάσισε να τους ακολουθήσει γιατί του είχε λείψει η γυναίκα του. Αυτή τη φορά δεν ζήτησαν καν άδεια από τους εμίρηδες για να φύγουν.

Ντύθηκαν με πολιτικά ρούχα, μπήκαν σε ένα μικρό λεωφορείο και πήγαν στα σύνορα. Ήταν συνολικά 12 Τούρκοι τζιχαντιστές, οι τρεις είχαν μαζί και τις συζύγους τους και υπήρχαν και 5 παιδιά, παιδιά τους.

Κατέβηκαν από το λεωφορείο ένα χιλιόμετρο πριν τα σύνορα και περπάτησαν για να εισέλθουν στην Τουρκία. Εκεί τους συνέλαβαν Τούρκοι στρατιώτες.

Τους μετέφεραν στη Στρατονομία και τους ανέκριναν για πολλές ώρες.

Στις ανακρίσεις συμμετείχαν και άνδρες της αντικατασκοπίας.

Την επόμενη ημέρα όλοι οι συλληφθέντες οδηγήθηκαν σε δικαστήριο στη Κιλίς και εκεί ο δικαστής τους άφησε ελεύθερους με περιοριστικούς όρους, όπως απαγόρευση εξόδου από τη χώρα, και την υποχρέωση να εμφανίζονται στο Αστυνομικό Τμήμα της γειτονιάς τους δύο φορές την εβδομάδα.

«Στο Ισλαμικό Κράτος αρέσει η Τουρκία. Αυτό είναι γεγονός. Υπάρχουν θετικά αισθήματα για την Τουρκία, καθώς διευκόλυνε το πέρασμα χιλιάδων ξένων εθελοντών μέσα από το έδαφός της για να ενταχθούν στο Ισλαμικό Κράτος. Το Ισλαμικό Κράτος δεν θα κάνει καμία πολεμική ενέργεια ενάντια στην Τουρκία. Η Τουρκία μας θεωρεί αποδοτικούς στον πόλεμο ενάντια στους Κούρδους του PKK. Με τη χάρη του Αλλάχ, εάν σταματήσουν οι αεροπορικές επιδρομές, το Ισλαμικό Κράτος θα θάψει το PKK μέσα σε ένα μήνα».

ΠΗΓΗ

Δημοσίευση σχολίου

Blogger