Συνέντευξη στη Στέλλα Μεϊμάρη


Η έξοδος του Σισμίκ για έρευνες στο Αιγαίο ήταν η πρώτη φορά «μετά το 1974″ που έφερε Ελλάδα και Τουρκία τόσο κοντά στον πόλεμο. Είκοσι επτά χρόνια μετά, ο Βαγγέλης Κονσολάκης, υποπλοίαρχος εν αποστρατεία του Πολεμικού Ναυτικού, μιλάει αποκλειστικά στο “pentapostagma.gr” για όσα θυμάται και έζησε εκ των έσω όλες εκείνες τις κρίσιμες μέρες και σφράγισαν ανεξίτηλα τη μνήμη του μέχρι και σήμερα.

-Κύριε Κονσολάκη, τι θυμάστε περισσότερο από την κρίση του Σισμίκ;

Ήτανε Μάρτιος του 1987, το θυμάμαι σαν να ήτανε χθες, παρότι έχουν περάσει σχεδόν 30 χρόνια. 24 Μαρτίου, είχα υπηρεσία στο καράβι μου, στο αντιτορπιλικό «Σφενδόνη» και περίμενα πως και πως την άλλη μέρα, γιατί ξημέρωνε η γιορτή μου. Το βράδυ, που είχα υπηρεσία στην κλίμακα, είδα να έρχονται πούλμαν και να πηγαίνουν κόσμο σε όλα τα καράβια και τότε αρχίσαμε να αναρωτιόμαστε τι συμβαίνει. Κατά τις 5.30-6.00 το πρωί ήρθε το σήμα που έλεγε ότι φεύγουμε όλοι και πάμε σε θέσεις πολεμικής σχεδιάσεως, με απλά λόγια «πάμε σε πόλεμο».

Μάλιστα, η εντολή του τότε Αρχηγού Στόλου, Αρχηγού ΓΕΕΘΑ, Ναύαρχου Χρήστου Λυμπέρη, έλεγε χαρακτηριστικά ότι «αν λείψει το σήμα, κινηθείτε στις θέσεις πολεμικής σχεδιάσεως και ισχύουν οι κανόνες εμπλοκής», που σημαίνει «ρίχνετε και δεν ρωτάτε», ενώ τελείωνε με τη φράση «ζήτω το έθνος, ζήτω το πολεμικό ναυτικό». Αυτό μας έδειχνε ότι δεν είναι παιχνίδι, ούτε πρόκειται για άσκηση, αλλά πάμε όντως για πόλεμο και είμαστε έτοιμοι για τα πάντα.konsolakis
– Ποια ήταν τα πρώτα συναισθήματα στο στόλο μας;

Τα συναισθήματα δεν μπορείτε να τα φανταστείτε. Εκεί βλέπεις τον κόσμο με άλλα μάτια. Φεύγεις και κοιτάς πίσω σου και λες «θα τα ξαναδώ άραγε αυτά τα μέρη ή δεν θα επιστρέψω»; Και τελικά συμβιβάζεσαι με την ιδέα ότι ναι, μπορεί και να πεθάνεις, αλλά τελικά δεν σε νοιάζει καθόλου, γιατί είναι για την πατρίδα σου. Μες το καράβι δεν έβλεπες σκοτεινά πρόσωπα και μεμψιμοιρία, ήμασταν όλοι έτοιμοι για το οτιδήποτε, μη σας πω ότι το διασκεδάζαμε κιόλας.

Μια εικόνα που δεν θα ξεχάσω ποτέ ήταν όταν έφευγε το πλοίο του Διοικητή, ήταν τότε νομίζω το αντιτορπιλικό «Κανάρης», με όλο το πλήρωμα σε πλήρη παράταξη και παίζοντας από τα μεγάφωνα το «Ναύτη του Αιγαίου». Από τότε που ήμουνα στο στόλο, πρώτη φορά έβλεπα πλοίο να φεύγει έτσι  και τότε είπα από μέσα μου «αυτό είναι, πάμε όντως για πόλεμο».

– Τι σας έχει μείνει περισσότερο από εκείνες τις κρίσιμες μέρες;

Φύγαμε χωρίς να είμαστε 100% έτοιμοι, δηλαδή δεν είχαμε τα απαραίτητα, ούτε καν τρόφιμα, για το χρονικό διάστημα που θα έπρεπε να λείψουμε. Μείναμε εκεί για πάνω από 20 μέρες και κάναμε περιπολίες, συγκεκριμένα ήμασταν απέναντι από τη Χίο, στα στενά μεταξύ Χίου και Τουρκίας και παρατηρούσαμε αν θα μπει κάποιος τουρκικός στόχος στα δικά μας χωρικά ύδατα. Μετά από τις πρώτες 10 μέρες τα τρόφιμα άρχιζαν να τελειώνουν και τρώγαμε σούπες που φτιάχναμε κυριολεκτικά με ό,τι είχε μείνει και αργότερα γαλέτες. Όμως κανείς δεν παραπονέθηκε.

Επίσης, ο περισσότερος κόσμος, τουλάχιστον στο πλοίο το δικό μου, δεν κοιμήθηκε καθόλου. Δεν κατέβαινε κανείς στα υποφράγματα που κοιμόμασταν, γιατί ήταν ακριβώς πάνω από τις πυριτιδαποθήκες, αν λοιπόν έπεφτε ένας πύραυλος δεν προλάβαινες να κάνεις ούτε «κιχ». Έτσι, λοιπόν, τους έβλεπες όλους να κοιμούνται για δευτερόλεπτα σε κάποια γωνία του πλοίου με το σωσίβιο αγκαλιά. Και αυτή, επίσης, είναι μια εικόνα που δεν θα ξεχάσω ποτέ.

– Δεν υπήρχε καθόλου το αίσθημα του φόβου;

Φόβος όχι, ένα δέος υπήρχε στην αρχή του στυλ  «αμάν τι έγινε, πάμε για πόλεμο;», το οποίο όμως ξεπεράστηκε αμέσως και το συναίσθημα που έδωσε τη θέση του ήταν ότι «γι” αυτό βρισκόμαστε εδώ, γι” αυτό πληρωνόμαστε, για να υπερασπιστούμε τη χώρα μας, οπότε πάμε να το κάνουμε με τον καλύτερο τρόπο». Ακόμα και οι ναύτες, όλοι ήμασταν μια γροθιά, δεν φοβήθηκε κανένας.

Τελικά, την εποχή του Σεισμίκ δεν προκάλεσαν οι Τούρκοι, δεν μπήκαν στα δικά μας χωρικά ύδατα. Αν το κάνανε, θα βρίσκανε απέναντι τους κάποιο ελληνικό πλοίο που θα τους έριχνε, γιατί είχαμε διαταγές να το κάνουμε. Οι Τούρκοι το γνωρίζανε αυτό καλά, γι” αυτό και κάνανε πίσω. Πράγμα που δεν έγινε στα Ίμια. Εκεί έγιναν άλλα πράγματα, τελείως διαφορετικά και τελείως λάθος και γι’ αυτό τα πληρώσαμε και τα πληρώνουμε ακόμα.

* «Όλη η αλήθεια για τα Ίμια». Ακολουθεί στο δεύτερο μέρος της συνέντευξης του Βαγγέλη Κονσολάκη.




Δημοσίευση σχολίου

Blogger