Ερχόμενος σε επαφή με τον λόγο και τα κείμενα του σύγχρονου φιλοσόφου Βλάση Ρασσιά στην αυγή της νέας χιλιετίας, υπάρχει ένα απόφθεγμά του που έχω συγκρατήσει και χρησιμοποιώ συχνά πυκνά: «Οι άνθρωποι γίνονται αυτό που τους βάζεις στο μυαλό τους». Πριν από μερικές ημέρες κάναμε μια πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση, που στόχο είχε να αναδείξει το εναλλακτικό εκείνο… πρόγραμμα που θα μπορούσε να «τρέξει» στα μυαλά των ανθρώπων, αναβαθμίζοντας επί τα βέλτιω τον –αντικειμενικά- προβληματικό κόσμο μας.
Μέσα από τη συνέντευξη που ακολουθεί αποδεικνύεται ότι αυτό το πρόγραμμα όντως υπάρχει, έχει τις ρίζες του στον αρχαίο ελληνικό κόσμο, ενώ για να υιοθετηθεί από τους ανθρώπους δεν απαιτείται κάποιο μαγικό ραβδί. Απλά χρειάζεται η κατάλληλη παιδεία. Ας μιλήσουμε, λοιπόν, για τις Αρετές!

Τι ακριβώς εννοούμε με τον όρο Ηθική Φιλοσοφία;
Με τον όρο «Ηθική Φιλοσοφία» εννοούμε σήμερα τον τομέα της, γενικώς ειπείν, «Φιλοσοφίας» (θέτω συνειδητά τον όρο εντός εισαγωγικών) που διερευνά το ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος να ζει ο άνθρωπος. Στην ελληνική αρχαιότητα, όμως, που ήταν εγγύτερη προς το πραγματικό νόημα της ίδιας της Φιλοσοφίας και επιπλέον είχε απαντήσει στο ποιος είναι αυτός ο καλύτερος τρόπος, η «Ηθική Φιλοσοφία» ήταν απλώς η κορύφωση της φιλοσοφικής σκέψης, καθώς αναλάμβανε να βαδίσει πέρα από τον στοχασμό, να προσδιορίσει την «αυθεντικά ηθική» (που πάει να πει όχι ηθικοφανή) πράξη και, τελικά, να καλέσει στην υλοποίησή της.
Για τους Ελληνες, ο φιλόσοφος δεν έχει υπόσταση όταν δεν είναι «έργω» φιλόσοφος, εάν σταματάει στο «λέγειν άνευ του πράττειν». Η «Ηθική Φιλοσοφία», μας καλεί να διάγουμε τον βίο μας «κατά Λόγον και κατ’ Αρετήν», θέτει δηλαδή την ανθρώπινη τελειότητα («τελείωση») ως μια απτή πραγματικότητα, την οποία μας καλεί να φθάσουμε με την καθημερινή μας πράξη, με την ίδια μας την υπαρκτή, καθημερινή ζωή. Πηγή της «Ηθικής Φιλοσοφίας» είναι το αποκλειστικά ανθρώπινο αίσθημα της «Ευθύνης», που  μοιράζεται ανάμεσα στην «Ελευθερία» και τον πόθο για «Τελειότητα» και αντικείμενό της είναι η «αυθεντικά ηθική πράξη» που ήδη αναφέραμε, δηλαδή η  ενάρετη πράξη που προέρχεται από την ρίζα της προσωπικότητας εκείνου που προβαίνει σε αυτήν, με βάση ένα ενστερνισμένο σταθερό, αμετακίνητο, πάγιο σύστημα αξιών. Αυτή η «αυθεντικά ηθική πράξη» παραπέμπει με την σειρά της στην έννοια του «Καθήκοντος», αλλά αυτή είναι μια μεγάλη ανάλυση για να γίνει εδώ.

Ποιος είναι ο ορισμός της έννοιας «Αρετή»; Ποιον ρόλο έπαιζαν οι αρετές στον αρχαίο ελληνικό κόσμο;
Αρετή είναι μία ιδιότητα των Θεών, την οποία μεταφέρουμε στο ανθρώπινο επίπεδο και, αποκτώντας την, εξελισσόμαστε ως συνειδήσεις. Οσο περισσότερες Αρετές κατανοήσει και ενσωματώσει στο είναι του ο κάθε άνθρωπος, τόσο περισσότερο πλησιάζει προς την ανθρώπινη τελειότητα.
Εναν ενδιαφέροντα ορισμό μας έχει δώσει και ο «παππούς» μας Γεώργιος Γεμιστός – Πλήθων, ο μεγάλος φιλόσοφος που προσπάθησε να επαναφέρει την Ελληνική Θρησκεία στις αρχές του 15ου αιώνα: «Η Αρετή είναι έξις μέσω της οποίας γινόμαστε αγαθοί, πραγματικά αγαθή βεβαίως είναι η Θεότητα, οι δε άνθρωποι γινόμαστε αγαθοί με το να την μιμούμαστε στα πλαίσια των ανθρωπίνων δυνατοτήτων». Στον ελληνικό κόσμο, η Αρετή ήταν ο κύριος πνευματικός οδοδείκτης του ανθρώπου.

Ποιος είναι ο συνολικός αριθμός των Αρετών και πόσο δύσκολο είναι να εντοπιστούν και να παρατεθούν στο σύνολό τους; Υπήρξε κατά την αρχαιότητα μια καθολική αντίληψη σχετικά με τη φύση και τη σημασία τους;
Οι διάφορες φιλοσοφικές σχολές της αρχαιότητας, προχώρησαν σε απαριθμήσεις και κατηγοριοποιήσεις των επιμέρους πλευρών της όλης Αρετής και έφτιαξαν σύνθετα πλέγματα που ξεκινούσαν από 20, όπως λ.χ. εκείνο του στωϊκού Χρύσιππου με 4 κεντρικές αρετές («Φρόνηση», «Σωφροσύνη», «Δικαιοσύνη» και «Ανδρεία»), κάτω από τις οποίες κρέμονταν άλλες 16 δευτερεύουσες αρετές. Οι επιμέρους πλευρές της όλης Αρετής δεν μπορούν πάντως να καταμετρηθούν, για τον απλό λόγο ότι δεν μπορούν να καταμετρηθούν οι Θεοί του ελληνικού πολυθεϊσμού, των οποίων «μεταφρασμένες» ιδιότητες είναι, όπως προείπαμε, οι αρετές των ανθρώπων.
Στο δεύτερο σκέλος της ερώτησης θα απαντήσω ναι, με ελάχιστες μόνο εξαιρέσεις. Ο Αριστοτέλης λ.χ. κατέταξε τις κατ’ αυτόν «Ηθικές Αρετές» («Δικαιοσύνη», Ανδρεία», κ.λπ.) στο «επιθυμητικόν» τμήμα της ψυχής, πράγμα εντελώς λανθασμένο, όπως λανθασμένη είναι άλλωστε και η ίδια η θέση του πως η κατάκτησή τους οφείλεται όχι στην επίγνωση, αλλά στην επανάληψη που δημιουργεί «έθος», ως μόνιμο εθισμό.

Μέσα από τις ομιλίες και τα κείμενα που παρουσιάζετε για τις Αρετές, υπερτονίζετε το ζήτημα του ορισμού των συγκεκριμένων όρων και της σημασίας που έχει ο επανακαθορισμός (ή η «επανακατάληψη», όπως λέτε) του νοήματός τους στη σύγχρονη εποχή. Αναλύστε μας λίγο αυτήν σας τη σκέψη.
Ο ριζοσπάστης ψυχίατρος Τόμας Σαζ είχε πολύ ορθά τονίσει προ δεκαετιών πως ο πόλεμος για τον έλεγχο του κόσμου είναι πόλεμος ορισμών και πως εκείνος που ορίζει το νόημα μιας κατάστασης, επιβάλλει στον άλλον την δική του πραγματικότητα. Μεγάλη αλήθεια. Οπως επίσης είναι μεγάλη αλήθεια και το άλλο που διατύπωσε στα τέλη της δεκαετίας του 1960 ο συγγραφέας Ερνστ Ράουτερ, ότι όσο ασαφέστερα εκφράζεται κανείς, τόσο περισσότερο μένει κρυμμένο το ψέμα που υπάρχει στον λόγο του.
Εδώ και πολλούς αιώνες, τα νοήματα του στρατιωτικά ηττημένου αρχαίου κόσμου έχουν βιαίως αντιστραφεί ή, στην καλύτερη περίπτωση, βαθύτατα παραποιηθεί. Οι σημαντικές λέξεις (λ.χ. αγαθόν, πολιτεία, λόγος, θεός, κ.ο.κ.) του πολιτισμικού οικοδομήματος των Ελλήνων, σήμερα σημαίνουν άλλα πράγματα και καθιστούν αδύνατη την επικοινωνία με «υπό κατοχήν» ανθρώπους στα πλαίσια κάθε απαιτητικής συζήτησης που επιθυμούμε να μην ξεχειλώνει, να μην νερώνεται, αλλά να παραμένει αυστηρά στα αυθεντικά νοήματα. Κατά κανόνα, μετά από μία πρώτη διερευνητική συνομιλία, καθίσταται δυστυχώς εμφανές ότι χρειάζεται να ζητηθούν και να δοθούν ορισμοί, διαφορετικά θα μιλάμε για εντελώς διαφορετικά πράγματα.

Μπορείτε να μας δώσετε ενδεικτικά κάποια παραδείγματα μιας τέτοιας διαστρέβλωσης;
Βεβαίως. Ο όρος «ευσέβεια» λ.χ. που σήμαινε την ορθή στάση απέναντι στους Θεούς, μακριά από φόβο και προσωπική συναλλαγή, χρησιμοποιήθηκε από τους χριστιανούς για να σημάνει το ακριβώς αντίθετό της. Ο όρος «υπερηφάνεια» επίσης, που βγαίνει από το ρήμα «υπερφαίνομαι», δηλαδή φαίνομαι υπεράνω των άλλων, σε εμάς σημαίνει λαμπρότητα και εν συνεχεία, ως Αρετή, γειτνιάζει με την «Μεγαλοψυχία», ωστόσο από τους χριστιανούς χρησιμοποιήθηκε για να σημάνει έπαρση, αλαζονεία.
Η χειρότερη ίσως περίπτωση είναι η υποκατάσταση των Αρετών της «Μεγαλοδωρίας», της «Φιλανθρωπίας» και «Χαριστικότητας», καθώς και της «Liberalitas» των Ρωμαίων, από την «Ελεημοσύνη», έναν ιουδαϊκής προέλευσης όρο που χρησιμοποίησαν πρώτοι οι υποτιθέμενοι «εβδομήκοντα» στην μετάφραση της Παλαιάς Διαθήκης, όρο που βεβαίως ουδεμία σχέση έχει και με τους αρχαιοελληνικούς, ομηρικούς μάλιστα, όρους «Ελεος» και «Ελεητύς».
Η «Ελεημοσύνη» χρησιμοποιήθηκε κυρίως τον 3ο μεταχριστιανικό αιώνα ως όπλο έμπρακτης προπαγάνδας κατά του έθους των Εθνικών, τους καιρούς ακριβώς που το κράτος των Ρωμαίων είχε αχρηστευθεί από λιμούς και βαρβαρικές εισβολές, ενώ επί αιώνες, ακόμα και στην εποχή μας, παρουσιάζεται από εκείνους που εργολαβικά σχεδόν την οργανώνουν, ως δήθεν απαραίτητος κοινωνικός θεσμός. Ομως, όπως σωστά είχε τονίσει σε κάποιο βιβλίο του ο Δημήτρης Λιαντίνης, η «Ελεημοσύνη» δεν ταιριάζει στον αξιοπρεπή άνθρωπο: «γιατί ζητεί να λύσει το πρόβλημα προσωρινά, και εκ των ενόντων να κουκουλώσει μια κοινωνική αταξία».

Σε καθαρά πρακτικό επίπεδο, με ποιον τρόπο θα μπορούσε να βοηθήσει η μάθηση και η εφαρμογή των Αρετών στον καθημερινό μας βίο, μέσα στις δύσκολες πολιτικοοικονομικές συνθήκες στην Ελλάδα της κρίσης;
Ο αφιλοσόφητος ή χύδην άνθρωπος είναι στο έλεος των περιστάσεων, ή, ορθότερα, των διαχειριστών της ζωής του, των εξουσιαστών. Δεν μπορεί όχι να πολεμήσει, ούτε καν να κάνει μία στοιχειωδώς έγκυρη ανάλυση, για να καταλάβει τουλάχιστον από πού του έρχονται οι «σφαλιάρες» που επαναληπτικά δέχεται. Αλλά και εάν ακόμα κατορθώσει μία αξιόλογη ανάλυση, στερείται των πνευματικών μέσων για να προβάλει μία άμυνα. Αυτό που τώρα κυριαρχεί σε πολιτικό και πνευματικό επίπεδο δεν του προσφέρει τίποτε παραπάνω από την πλήρη υποταγή στο αλλότριο (είτε των «αγορών», είτε του «θεού»), ή  την τυφλή εναντίωση με στροφή προς «εξεγερσιακές» (κυριολεκτικά ή μεταφορικά) μορφές, που, αποδεδειγμένα από την ιστορική πείρα, δεν οδηγούν πουθενά. Ο αφιλοσόφητος άνθρωπος είναι με άλλα λόγια καταδικασμένος να γευθεί, με τον ένα ή άλλον τρόπο, την πίκρα της ήττας.
Αντίθετα, η θωράκιση της Αρετής ανυψώνει τον άνθρωπο πάνω από τα πράγματα, τον οδηγεί στην σφαιρική όραση, στην καλύτερη κατανόηση των συμβαινόντων, σε εγκυρότερη ανάλυση και, εν τέλει, στην ανενδοίαστη ανάληψη ευθύνης. Μην ξεχνάμε άλλωστε, ότι εκείνο που στην αρχαιότητα, αλλά και στην Γαλλική Επανάσταση επίσης, ονομαζόταν «Πολιτική Αρετή», ξεδιπλωνόταν στο τρίπτυχο «Δικαιοσύνη» – «Αιδώς» – «Ευθύνη». Αλλά η «Πολιτική Αρετή» είναι ένα τεράστιο θέμα για να το αναπτύξουμε εδώ. Ευελπιστώ ότι στο μέλλον θα μας δοθεί η ευκαιρία να μιλήσουμε διεξοδικότερα περί αυτής.
Χρησιμοποίησες την έκφραση «καθαρά πρακτικό επίπεδο». Ε, σε αυτό λοιπόν το «καθαρά πρακτικό επίπεδο» τίποτε δεν μπορεί να γίνει δίχως ο άνθρωπος να αναλάβει επιτέλους τις ευθύνες του, αλλά και να μην εκχωρεί την διαχείριση και δρομολόγηση του βίου του σε τρίτους, είτε πολιτικοί είναι αυτοί, είτε παπάδες και «πνευματικοί», είτε διευθυντές life-style τυπωμένων σκουπιδιών. Θυμάσαι που αναφερθήκαμε στην αρχή της συνέντευξης στην «αυθεντικά ηθική πράξη» και την έννοια του «Καθήκοντος»; Ε, θα αναφέρουμε εδώ, όσο πιο λακωνικά γίνεται, ότι «Καθήκον» είναι αυτό που πράττεται με συνέπεια, ειλικρίνεια και επίγνωση της αξίας του Ανθρώπου, ως ελλόγου και ηθικού όντος. Οι τρεις προϋποθέσεις του «Καθήκοντος» είναι η «Συνέπεια», η «Ειλικρίνεια» και η «Επίγνωση», που όλες τους περιστρέφονται ως δορυφόροι γύρω από την «Ευθύνη».

Γιατί το ζήτημα των Αρετών δεν αποτελεί μέρος της διδασκαλίας στα σχολεία ή στα πανεπιστήμια της χώρας μας (βλ. φιλοσοφικές σχολές); Τι είδους ανθρώπους θα μπορούσε να παράγει ένα εκπαιδευτικό σύστημα βασισμένο στην προβολή τους;
Από όσα αναπτύξαμε μέχρι εδώ, θεωρώ ότι και τα δύο αυτά ερωτήματα έχουν ήδη απαντηθεί, και η απάντηση είναι ότι ο τύπος ανθρώπου που παράγει η διδασκαλία της Αρετής είναι λίαν ανεπιθύμητος για το σύστημα που σχεδιάζει, προγραμματίζει και χρησιμοποιεί εκείνον τον πανίσχυρο μηχανισμό διαμόρφωσης (ή αποσυντονισμού) ανθρώπων που λέγεται «Παιδεία», κατ’ ευφημισμόν βεβαίως, γιατί ο όρος «Παιδεία» σημαίνει στην δική μας «όχθη» (γέλια) κάτι τελείως διαφορετικό.
Ποιος θέλει σήμερα ανθρώπους με επίγνωση της «Ευθύνης», του «Καθήκοντος», ή, ακόμα χειρότερα, της «Πολιτικής Αρετής»;  Ο πολιτικός; Ο παπάς και «πνευματικός»; Ο χειριστής των μαζών; Ή μήπως ο αόρατος κύριος που κρύπτεται πίσω από το ευφυέστατο προσωπείο που ονομάζεται «Διεθνείς Αγορές»; Κανείς απολύτως.
Οταν διδάξεις «Αρετή», εκείνο που θα βγάλεις στο τέλος είναι Ελληνας Ανθρωπος, και εδώ το «Ελληνας» δεν σημαίνει βεβαίως υπηκοότητα σε ένα κράτος που, από συγκυρία και μόνον, ονομάστηκε  και εξακολουθεί να ονομάζεται «ελληνικό».

Πρόσφατα κυκλοφορήσατε από τις εκδόσεις «Ανοιχτή Πόλη» το βιβλίο «Αρετή: Το αξιακό σύστημα των Ελλήνων». Μιλήστε μας για το περιεχόμενό του. Σκοπεύετε στο μέλλον να κυκλοφορήσετε μια επαυξημένη έκδοσή του που θα περιλαμβάνει ακόμα περισσότερες Αρετές;
Υπήρξε κάπως κοινή αίσθηση όλων όσων είχαν την τύχη να παρακολουθήσουν αυτά τα σεμινάρια, το ότι, τα όσα είχαν αναφερθεί κατά την διάρκειά τους, θα έπρεπε να απομαγνητοφωνηθούν και να εκδοθούν σε βιβλίο προς ωφέλεια πολύ περισσότερων ανθρώπων, αλλά και των γενεών που πρόκειται να έλθουν μετά από εμάς. Κάτι ανάλογο δεν είχε άλλωστε ποτέ υπάρξει στην διεθνή βιβλιογραφία, πόσω μάλλον στην ελληνόγλωσση, αφού κανείς έως τώρα δεν είχε ενδιαφερθεί για πλήρη επαναφορά του αξιακού συστήματος των εθνικών Ελλήνων.
Και έτσι, στα τέλη του 2012 εκδόθηκε  το βιβλίο που ανέφερες με 16 συνολικά Αρετές, ενώ η συνέχιση των σεμιναρίων ήδη φέρνει κοντά την έκδοση και δεύτερου τόμου με τις Αρετές που έχουν παρουσιαστεί στο μεταξύ. Συν θεοίς, υγεία να έχουμε, ίσως σε κάποια στιγμή βρεθούμε με αρκετούς τόμους στα χέρια και «χαρτογραφημένες» εκατοντάδες Αρετές.

Μπορείτε να μας πείτε λίγα πράγματα για τα σεμινάρια Ηθικής Φιλοσοφίας που διοργανώνονται στην αίθουσα ομιλιών «Εκατηβόλος» τα τελευταία χρόνια στην Αθήνα;
Επειδή ακριβώς γνωρίζω, και κάθε λογικός άνθρωπος επίσης το γνωρίζει, πως το κρατικο-θρησκευτικό σύστημα διαμόρφωσης (ή αποσυντονισμού) ανθρώπων στην χώρα μας, ποτέ δεν θα διδάξει τέτοια πράγματα στους νέους, ούτε καν οι υποτιθέμενες «φιλοσοφικές» σχολές της Ανώτατης Εκπαίδευσης, που είτε επιδίδονται σε αναμάσημα ήδη αναμασημένων πραγμάτων και βυζαντινό σχολαστικισμό, είτε καταπιάνονται με νεότερα «δυτικά» μονοπάτια σκέψης, προχώρησα από τις αρχές του 2012 σε μία σειρά «Σεμιναρίων Ηθικής Φιλοσοφίας» στο οικείο Φιλοσοφικό Αθήναιο «Εκατηβόλος» στην οδό Αριστοτέλους.
Αντικείμενο αυτών των διαλέξεων ήσαν ακριβώς οι Αρετές, δηλαδή το αξιακό σύστημα των αρχαίων Ελλήνων, πριν τους επιβληθεί ένα άλλο, ξένο αξιακό σύστημα, στα πλαίσια μιας εντελώς άλλης κατεύθυνσης που πήρε ο πολιτισμός της ευρωπαϊκής ηπείρου από την εποχή του κράτους του Κωνσταντίνου.

Who is Who: Ο Βλάσης Ρασσιάς γεννήθηκε στην Αθήνα το 1959 και αποφοίτησε από την Ανωτάτη Σχολή Οικονομικών και Εμπορικών Επιστημών (νυν Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών). Μέχρι σήμερα έχει εκδώσει 19 βιβλία και πιο συγκεκριμένα 16 ιστορικά και δοκίμια (εκ των οποίων τα 13 αναφέρονται στην Αρχαία Ελλάδα), 1 φιλοσοφικό Λεξικό και 2 ποιητικές συλλογές, ενώ έχει επίσης αποδώσει στην νεοελληνική γλώσσα 2 έργα της Ελληνικής Γραμματείας, τα «Εγχειρίδιον» του Επικτήτου και το «Περί των Θεών και του Κόσμου» του Σαλλούστιου. Υπήρξε συνιδρυτής και συνεργάτης των περιοδικών «Speak Out» (1979), «Ανοιχτή Πόλη» (1980 – 1993) και «Διιπετές» (1991 – 2013) και έχει δώσει περισσότερες από 100 διαλέξεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό με θέμα την κοσμοαντίληψη και τον πολιτισμό των αρχαίων Ελλήνων. Κείμενα και συνεντεύξεις του έχουν δημοσιευθεί σε πολλά λογοτεχνικά, φιλοσοφικά και κοινωνιολογικά περιοδικά και επιθεωρήσεις της Ελλάδος και του εξωτερικού, υπήρξε δε συνιδρυτής του Υπάτου Συμβουλίου των Ελλήνων Εθνικών (ΥΣΕΕ, 1997) και του Παγκοσμίου Συνεδρίου Εθνικών Θρησκειών (World Congress of Ethnic Religions, WCER, 1998).

Σημείωση: Η συνέντευξη αυτή του Βλάση Ρασσιά στον Μηνά Παπαγεωργίου δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο τ. 157 (4/12/2013) του περιοδικού “Φαινόμενα” στον Ελεύθερο Τύπο.
www.metafysiko.gr

Δημοσίευση σχολίου

Blogger