Οι δανειστές επιθυμούν να σύρουν την κυβέρνηση σε μια «επώδυνη» συμφωνία. καθώς επιδιώκουν να προλάβουν τις κάλπες σε Πορτογαλία και Ισπανία. Πώς ο Ελληνας πρωθυπουργός προσπαθεί να κερδίσει χρόνο
Η αγορά πολιτικού χρόνου, που με υψηλά ανταλλάγματα εξασφάλισε η κυβέρνηση με την πρόσφατη συμφωνία του Eurogroup, δεν οδήγησε στη χαλάρωση της θηλιάς γύρω από τη χώρα μας. Αντιθέτως, η πίεση μεγαλώνει διαρκώς με αποτέλεσμα, εκτός από τις αβεβαιότητες στην οικονομία, να παρατείνεται η γενικότερη ρευστότητα και να πιθανολογούνται εξελίξεις το προσεχές διάστημα. Ακόμη και το ενδεχόμενο νέας προσφυγής σε εκλογές ως τον Ιούνιο βρίσκεται στο τραπέζι, όπως αναφέρουν πληροφορίες της «κυριακάτικης δημοκρατίας», ανάλογα με την πορεία των διαπραγματεύσεων με τους δανειστές.
Ηδη η ανακοίνωση του κ. Ντράγκι για την εξαίρεση της Ελλάδας από την αγορά ομολόγων δίνει, εν όψει και της αυριανής συνεδρίασης του Eurogroup, ακόμη μια γεύση για το κλίμα ασφυξίας που αναπτύσσεται εις βάρος της Ελλάδας. Ολα δείχνουν ότι ύστερα από τις κινήσεις τακτικής που έγιναν πριν από δύο εβδομάδες και την αισιοδοξία που δημιουργήθηκε η ελληνική κυβέρνηση ωθείται σε ακόμη μεγαλύτερους συμβιβασμούς.
Πηγές που έχουν πρόσβαση στα παρασκήνια του Βερολίνου εξηγούσαν στην «κυριακάτικη δημοκρατία» ότι ο κ. Σόιμπλε με την τέχνη του σκακιστή έφερε την ελληνική πλευρά στο σημείο που επεδίωκε, έστω κι αν φάνηκε προς στιγμήν ότι ήταν εκείνος που υποχωρούσε. Η δέσμευση της Αθήνας σε μια συμφωνία -χωρίς μάλιστα να συνοδεύεται από την παραμικρή εκταμίευση από τα οφειλόμενα και ανεξάρτητα από την ονοματολογία που συμφωνήθηκε- χρησιμοποιείται τώρα από τη γερμανική κυβέρνηση ως αφετηρία για την άσκηση νέων εκβιαστικών διλημμάτων. Η κυβέρνηση του κ. Τσίπρα καλείται επί της ουσίας να επιλέξει μεταξύ της πλήρους συνθηκολόγησης και της πραγματικής σύγκρουσης.
Σε αυτή τη βάση το κυβερνητικό επιτελείο εξετάζει κατά τις πληροφορίες τις κινήσεις που θα κάνει από τη δική του πλευρά εντός των επόμενων 100 ημερών. Το κεντρικό ερώτημα είναι αν μπορεί να καταστεί εφικτή στο διάστημα αυτού του τετραμήνου μια νέα συμφωνία, η οποία θα σώζει τουλάχιστον τα προσχήματα για την ελληνική πλευρά, ή αν θα δρομολογηθούν άλλου τύπου εξελίξεις. Οταν πάντως ο κ. Τσίπρας έλεγε από το βήμα της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ την περασμένη εβδομάδα ότι «επιδιώκουν είτε να μας σύρουν σε κάποιο κυβερνητικό σχήμα αμφίβολης ηθικής και πολιτικής νομιμοποίησης, κατά το παράδειγμα της κυβέρνησης Παπαδήμου, είτε να μας ανατρέψουν και να τελειώνουν με όσα εμείς εκπροσωπούμε και τους φοβίζουν, είτε τέλος, όπως έγινε με τη Ν.Δ. του Σαμαρά, να μας ενσωματώσουν πλήρως στην πολιτική και τη λογική τους και να καταφέρουν έτσι στρατηγικό πλήγμα και στην Ελλάδα, που αντιστέκεται, και στην Ευρώπη, που λέει όχι στη λιτότητα», απευθυνόταν στο εξωτερικό έχοντας κατά νου τα σενάρια που εξυφαίνονται στο παρασκήνιο.
Η ρητορική
Στο πλαίσιο των επιδιώξεών της η γερμανική πλευρά φαίνεται να αναπροσαρμόζει και την τακτική της. Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι οι αξιωματούχοι του Βερολίνου θα σταματήσουν τις λεκτικές προκλήσεις εις βάρος του ελληνικού λαού, έχοντας διαπιστώσει ότι αυτό ενισχύει τα αντιγερμανικά αισθήματα. Αντιθέτως, θα κάνουν ό,τι επιβάλλεται σε επίπεδο ρητορικής για να αμβλυνθεί αυτό το χάσμα, ενώ ταυτόχρονα θα επικεντρωθούν στις πιέσεις προς την πολιτική ηγεσία για την τήρηση των δεσμεύσεων και των συμφωνιών. Στόχος τους είναι να προκληθεί ρήγμα στις σχέσεις της νέας κυβέρνησης με τα κοινωνικά στρώματα που τη στηρίζουν, ώστε να καταστεί ευκολότερη στη συνέχεια η χειραγώγηση των εξελίξεων.
Σε πιο πρακτικό επίπεδο, οι δανειστές θέλουν να σύρουν την ελληνική πλευρά σε μια νέα «επώδυνη» συμφωνία, άσχετα από το πώς θα ονομάζεται, το αργότερο έως τον Ιούνιο. Το παιχνίδι με τον χρόνο έχει τεράστια σημασία, καθώς τόσο στην Πορτογαλία όσο και στην Ισπανία έρχονται εκλογές το φθινόπωρο. Ο Σόιμπλε θεωρεί ότι, αν κ. Τσίπρας έχει υποχρεωθεί να «προσκυνήσει» νωρίτερα, αυτό θα επηρεάσει αρνητικά την πορεία ειδικά των Podemos, που σε διαφορετική περίπτωση διεκδικούν την πρώτη θέση στην τέταρτη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης. Αντιθέτως, ο Ελληνας πρωθυπουργός φαίνεται ότι ποντάρει πολύ στο ροκάνισμα του χρόνου. Η στρατηγική των καθυστερήσεων εκτιμάται ότι βοηθά στην αλλαγή των ευρωπαϊκών συσχετισμών, αφού τον Μάιο μεσολαβούν και οι εκλογές -με τα δικά τους χαρακτηριστικά- στη Βρετανία. Η αναμέτρηση εμφανίζεται ήδη ανοιχτή σε όλα τα ενδεχόμενα, ενώ ήδη παρατηρείται μεγάλη ενίσχυση των ρευμάτων του ευρωσκεπτικισμού και της αμφισβήτησης. Το UKIP του Νάιτζελ Φάρατζ, που προτείνει την έξοδο της Βρετανίας από την Ε.Ε., εκτοξεύθηκε από το 3% των εκλογών του 2010 στο 27,5% και στην πρώτη θέση κατά τις τελευταίες ευρωεκλογές, μπήκε στη συνέχεια, μέσω δύο αναπληρωματικών εκλογών, για πρώτη φορά στη Βουλή και τώρα κινείται στο 15%.
Η προτίμηση στο βολικό Ποτάμι
Καθώς πλησιάζει λοιπόν η «ώρα μηδέν», για τον κ. Τσίπρα το στοίχημα αυτό έχει και προσωπικά χαρακτηριστικά. Αν πετύχει, θα καταγραφεί εκείνος στην Ιστορία -και σε ηλικία μόλις 40 ετών- ως ο πρωταγωνιστής και διαμορφωτής της μεγάλης ανατροπής στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι.
Τούτων δοθέντων, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία για την ασφυκτική κλιμάκωση των πιέσεων προς την ελληνική πλευρά με κάθε πρόσφορη -και όχι κατ' ανάγκην θεαματική- τεχνική. Ορισμένοι υποστηρίζουν μάλιστα ότι η μεθόδευση θα είναι τέτοια, που δεν θα αφήνει πολλά περιθώρια επιλογών στην Αθήνα, πλην της πλήρους ευθυγράμμισης. Από την άλλη πλευρά όμως είναι σαφές ότι κάτι τέτοιο θα αποτελούσε δίκοπο μαχαίρι για την κυβέρνηση Τσίπρα στο εσωτερικό. Ηδη οι αναταράξεις στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ είναι μεγάλες. Και μπορεί με την Αριστερή Πλατφόρμα του Π. Λαφαζάνη να υπάρχει, παρά τις συγκρούσεις, συμφωνία ότι δεν θα απειληθεί η κυβέρνηση, δεν ισχύει όμως το ίδιο για άλλες φυγόκεντρες εσωκομματικές δυνάμεις. Κατά συνέπεια, δεν θεωρείται απίθανο να δοκιμαστεί το προσεχές διάστημα ακόμη και η πλειοψηφία των 162 εδρών, που διαθέτει σήμερα η κυβέρνηση, αν χρειαστεί να περάσουν από τη Βουλή «δύσκολες» αποφάσεις, όπως π.χ. για τις ιδιωτικοποιήσεις. Αποτελεί άλλωστε κοινό μυστικό ότι οι δανειστές θα προτιμούσαν να έχει διαφορετική σύνθεση το κυβερνητικό σχήμα και αντί των ΑΝ.ΕΛ. να συμμετέχει από τις υπάρχουσες δυνάμεις το Ποτάμι, που φροντίζει μάλιστα να καλλιεργεί και το έδαφος προς αυτήν την κατεύθυνση.
Ο αδίστακτος Σόιμπλε θέλει τον Γιάννη Στουρνάρα για «νέο Παπαδήμο»
Το ερώτημα που συνεχίζει να συζητείται πάντως είναι τι μπορεί να συμβεί αν τα πράγματα οδηγηθούν σε γενικότερο αδιέξοδο, μετά ή άνευ «πιστωτικού γεγονότος». Η μια επιλογή είναι να έρθει σε συμφωνία η νυν κυβέρνηση με το κόστος και τις πιθανές συνέπειες που θα έχει. Το δεύτερο σενάριο αφορά την περίπτωση που θα προκύψει όντως επανάληψη του «παραδείγματος της κυβέρνησης Παπαδήμου», παρ' όλα όσα λέγονται σήμερα. Αυτή φαίνεται ότι είναι μια πολύ ισχυρή επιθυμία του Βερολίνου και του κ. Σόιμπλε προσωπικά. Κάποιοι έχουν ήδη ρίξει στην πολιτική αγορά και ως πιθανό επικεφαλής μιας τέτοιας κυβέρνησης από την παρούσα Βουλή το όνομα του Γιάννη Στουρνάρα, ο οποίος φροντίζει άλλωστε από τη θέση του διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος να λειαίνει τις θέσεις του, διατηρώντας όμως ακέραια των εμπιστοσύνη των δανειστών. Υπάρχουν βέβαια κι αυτοί που εκτιμούν ότι, αναλόγως των εξελίξεων και των αποφάσεων της ελληνικής πλευράς, θα μπορούσε να σχηματιστεί κυβέρνηση «εθνικής ενότητας» χωρίς μνημονιακό πρόσημο, με άλλες συντεταγμένες και επικεφαλής αν όχι τον κ. Τσίπρα, άλλο πολιτικό πρόσωπο ευρύτατης αποδοχής.
Η ακραία κίνηση
Η «διέξοδος» των νέων εκλογών (οι οποίες επισήμως αποκλείονται, επί του παρόντος, σε όλους τους τόνους) εξετάζεται από το κυβερνητικό επιτελείο περισσότερο ως ακραία κίνηση τακτικής ή και διαπραγματευτικής απάντησης απέναντι στις πιέσεις των δανειστών εν όψει του Ιουνίου. Κατά το σενάριο αυτό η κυβέρνηση, προτού υπογράψει οτιδήποτε και έχοντας θέσει επί τάπητος τις δικές της κόκκινες γραμμές, θα ζητήσει ανανέωση της λαϊκής εντολής, χωρίς να μπορεί ουδείς να την κατηγορήσει ότι αθέτησε τις δεσμεύσεις της και αποδέχτηκε νέα Μνημόνια. Ανώτερα στελέχη του κυβερνώντος κόμματος θεωρούν ότι έτσι θα μπορέσουν να κερδίσουν στο εξωτερικό κι άλλο πολύτιμο χρόνο. Παράλληλα, η εσωστρέφεια στην οποία βυθίζεται η αξιωματική αντιπολίτευση και η εξαΰλωση της Κεντροαριστεράς θα αποτελέσουν καταλυτικούς παράγοντες στο εσωτερικό για να αυξήσει τα εκλογικά ποσοστά του ο ΣΥΡΙΖΑ και να μπορέσει πια να προχωρήσει στην «επόμενη μέρα». Απαραίτητη προϋπόθεση για κάτι τέτοιο πάντως είναι, όπως προσθέτουν, να προχωρήσει πάση θυσία η κυβέρνηση στην εφαρμογή ορισμένων κρίσιμων φιλολαϊκών και ανθρωπιστικών μέτρων, ώστε να έχει δώσει δείγμα γραφής ικανό να αντισταθμίσει όποιους ελιγμούς και υποχωρήσεις αναγκαστεί στο ενδιάμεσο διάστημα να κάνει.
ΠΗΓΗ
Δημοσίευση σχολίου
Blogger Facebook