Του Σταύρου Χριστακόπουλου από τη Ρήξη (φ. 114)

Το δημοφιλέστερο δημοσιογραφικό θέμα του τελευταίου διμήνου είναι τα εσωτερικά του ΣΥΡΙΖΑ. Θα στηρίξει το μεγαλύτερο από τα δύο συγκυβερνώντα κόμματα μια επώδυνη συμφωνία με τους δανειστές ή θα επαναστατήσει, αναγκάζοντας τον Τσίπρα να προσφύγει σε εκλογές, δημοψήφισμα ή στη βοήθεια άλλων κομμάτων για να διατηρήσει την υπό κατάρρευση κυβερνητική πλειοψηφία;
Το ερώτημα, συνοδευόμενο από αμέτρητες εικασίες, τίθεται από δεκάδες ΜΜΕ εντός και εκτός Ελλάδος, πλην όμως καμιά τεκμηριωμένη απάντηση δεν έχει διατυπωθεί. 
Κυρίως κανένα ρεπορτάζ δεν έχει καταφέρει να προσεγγίσει την εσωτερική κατάσταση του ΣΥΡΙΖΑ και κανείς δεν είναι σε θέση να προσδιορίσει το θέμα που θα επιφέρει μείζον πλήγμα στην ενότητα του κυβερνώντος κόμματος. 
Η εικοτολογία οργιάζει, αλλά το ρεπορτάζ… απουσιάζει.

Ειδικά στην Ελλάδα, το κομματικό ρεπορτάζ του ΣΥΡΙΖΑ έχει πέσει σε χειμερία νάρκη. Τα κλασικά πολιτικά και δημοσιογραφικά σενάρια για υπόγειες συγκλίσεις ή ομαδοποιήσεις, αντιδράσεις, μυστικές συσκέψεις και δείπνα, προετοιμασία εσωκομματικής ανταρσίας είναι πολλά, αλλά αφορούν… τους αντιπάλους του ΣΥΡΙΖΑ,και κυρίως τη Ν.Δ. – δευτερευόντως και το ΠΑΣΟΚ.
 Τι γίνεται, λοιπόν;

Ποιοι δίχασαν τον ΣΥΡΙΖΑ;

Κατ’ αρχάς η έλλειψη πληροφόρησης για τα εσωτερικά του βασικού κόμματος της κυβέρνησης είναι σχεδόν πλήρης. Οι μόνες διαθέσιμες πηγές είναι οι δηλώσεις κομματικών στελεχών και υπουργών περί κόκκινων διαπραγματευτικών γραμμών, περί δημοψηφίσματος ή εκλογών, οι οποίες όμως είναι αδύνατον να προσφέρουν συμπεράσματα ή απαντήσεις στο επίμαχο ερώτημα.
Σε τι, άλλωστε, διαφέρουν οι δηλώσεις και τα non paper του Μεγάρου Μαξίμου και του Σακελλαρίδη, του Βούτση, του Φίλη, του Λαφαζάνη, του Στρατούλη, του Κουρουμπλή, της Κωνσταντοπούλου ή του Βαρουφάκη – για να δούμε τις μεγαλύτερες εσωκομματικές και ενδοκυβερνητικές τάσεις, «φυλές», και τα κυριότερα πρόσωπα; Παρά τις μάλλον ασήμαντες αποχρώσεις, τις ίδιες κόκκινες γραμμές υποστηρίζουν, τις ίδιες απειλές εκτοξεύουν.
Ποια είναι, επιπλέον, τα σοβαρά θέματα που μέχρι στιγμής έχουν διχάσει τον ΣΥΡΙΖΑ; Πρακτικά… κανένα.
1. Είτε ο Βαρουφάκης είναι αιχμή της διαπραγμάτευσης είτε εκμυστηρεύεται στα Εξάρχεια ότι το Μαξίμου τον έχει έτοιμο για «απόλυση», κανένα μέτωπο υπέρ ή εναντίον του δεν σχηματίστηκε. Οι δηλώσεις συμπάθειας ή κριτικής προς το πρόσωπό του είναι φωτοβολίδες που σβήνουν σε δευτερόλεπτα και, κυρίως, δεν παράγουν καμιά εσωκομματική ή ενδοκυβερνητική ομαδοποίηση ή, έστω, προσωπικό καβγά.
2. Υποτίθεται ότι μια από τις κόκκινες γραμμές της κυβέρνησης τώρα και του ΣΥΡΙΖΑ προεκλογικά –ιδιαιτέρως της Αριστερής Πλατφόρμας– ήταν οι ιδιωτικοποιήσεις. Τώρα ο Λαφαζάνης είναι αυτός που, σε συνεργασία με τον Σταθάκη και τον Δραγασάκη, διαμορφώνει ένα μοντέλο ιδιωτικοποίησης δημόσιας περιουσίας με τη συμμετοχή του Δημοσίου, και μάλιστα με το ποσοστό του Δημοσίου να πέφτει διαρκώς. Σημειωτέον ότι η συμφωνία της 20ής Φεβρουαρίου αναφέρεται ρητώς σε ολοκλήρωση των ήδη ώριμων ιδιωτικοποιήσεων, ενώ η νέα διοίκηση του ΤΑΙΠΕΔ ψάχνει να βρει τρόπους ώστε να προχωρήσουν μπίζνες που είχαν φρενάρει ακόμη και από το ΣτΕ, όπως αυτή του Αστέρα Βουλιαγμένης.
Υπήρξε μήπως κάποιο «θερμό επεισόδιο» μεταξύ στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ ή της κυβέρνησης για αυτά τα θέματα; Αντιθέτως, άπαντες διαβεβαιώνουν –ανεξαρτήτως ιδεολογικού «δόγματος»– ότι η κυβέρνηση προστατεύει τη δημόσια περιουσία από το ξεπούλημα.
3. Το θέμα των μεταλλείων στις Σκουριές Χαλκιδικής η κυβέρνηση το έχει σχεδόν καταπιεί, αν εξαιρέσουμε μερικές… ηρωικές παρεμβάσεις του Λαφαζάνη, ενώ η είσοδος των εργαζομένων των μεταλλείων στην πολιτική εξίσωση έχει μετριάσει τη ρητορική της κυβέρνησης. Είδε κανείς –σε ένα θέμα πολύ ευκολότερο για εσωκομματική αντιπολίτευση– τους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ που έτρεχαν στη Χαλκιδική κάθε δεύτερη μέρα να σηκώνουν παντιέρα;
Μάλλον ο –αναρχικός, κατά δήλωσή του– βουλευτής Καστοριάς Βαγγέλης Διαμαντόπουλος έχει απορροφηθεί από τη γοητεία τού να απευθύνεται στον… Άδωνι Γεωργιάδη αφ’ υψηλού, ως προεδρεύων στη Διαρκή Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής, και να πλακώνεται για τα βουλευτικά αυτοκίνητα.
4. Στο θέμα της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου για τα διαθέσιμα των φορέων του Δημοσίου ποιος έκανε αντάρτικο και απείλησε να ρίξει την κυβέρνηση;
5. Στη μοναδική –ανεπιβεβαίωτη, όπως πάντα– διαρροή που έγινε για πρόσφατη πανελλαδική συνάντηση της Αριστερής Πλατφόρμας, η προτροπή του Λαφαζάνη προς τα μέλη της ήταν να περιμένουν πρώτα να δουν τη συμφωνία και όχι να βιαστούν να καταγγείλουν κάτι που ακόμη δεν έχει πάρει σχήμα και μορφή.
Η μόνη ουσιαστική πολιτική διαφοροποίηση μεταξύ κυβερνητικών στελεχών αφορούσε τους αντιεξουσιαστές και τις καταλήψεις τους, αλλά, παρά το απίστευτο μπάχαλο που ακολούθησε, εν τέλει η ιστορία έληξε αναίμακτα και χωρίς να δοθεί συνέχεια.
Το εντυπωσιακό, λοιπόν, είναι πως παρότι η κυβέρνηση έχει εξαιρετικά προβληματικό συντονισμό, βαθιές ιδεολογικές και πολιτικές διαφορές μεταξύ των στελεχών της, των εσωκομματικών τάσεων και των δύο κομμάτων που τη συναποτελούν, παρότι έχει τεθεί υπό το μικροσκόπιο των – ισχυρών – αντιπάλων της, δεν διαφαίνεται κάποια σοβαρή προοπτική ρήξης στο εσωτερικό της.
Όσο για σκληρές και δημόσιες προσωπικές ή ομαδικές αντιπαραθέσεις, θα πρέπει κάποιος να επιστρέψει σε χρόνια πίσω από το 2012 για να βρει τέτοια παραδείγματα. Κάποιες –αρθρογραφικού τύπου– επιθέσεις προς την Αριστερή Πλατφόρμα, κυρίως από άσχετους που πίστευαν ότι έτσι προσφέρουν υπηρεσίες στον Τσίπρα, εξαφανίστηκαν ως διά μαγείας ή ατόνησαν έως το χαμηλότερο δυνατό επίπεδο. Προφανώς, όχι τυχαία.
Ο μόνος που βρίσκεται εκτός κλίματος, αλλά… δικαιολογείται επειδή βρίσκεται μόνιμα στις Βρυξέλλες και επειδή αισθάνεται ότι θα παραμείνει εκτός νυμφώνος, είναι… ο Παπαδημούλης!
Θα μείνουν όμως έτσι και στο μέλλον τα πράγματα;

Συνεκτικοί δεσμοί

Κατ’ αρχάς, έχει σημασία να δούμε ποιες είναι οι συγκολλητικές δυνάμεις της κυβέρνησης. Τις παραθέτουμε επιγραμματικά:
1. Η κεντρική απόφαση των ΑΝ.ΕΛΛ. να αναστείλουν όλες τις κόκκινες (ιδεολογικές κατά βάση) γραμμές τους εν όσω διαρκεί η διαπραγμάτευση. Αν διακινδυνεύσουμε μια πρόβλεψη, οι πιθανότητες κατατείνουν πολύ περισσότερο προς την επ’ αόριστον αναβολή των κόκκινων γραμμών τους για δύο λόγους:
• Επειδή οι ΑΝ.ΕΛΛ. έχουν –και αξιοποιούν– την ευκαιρία να πλαγιοκοπούν συνεχώς τη Ν.Δ., προφανώς περιμένουν πώς και πώς μια συμφωνία για να δουν τη Ν.Δ. να περιέρχεται σε κρίση ηγεσίας, ώστε να πάρουν ό,τι τους αναλογεί από την αναμενόμενη ανακατωσούρα.
• Επειδή ένα αδιέξοδο στη διαπραγμάτευση, μια σκληρή συμφωνία ή μια εκλογική αναμέτρηση θα βάλουν σε κίνδυνο τη θέση τους στο κυβερνητικό σχήμα, έχουν κάθε λόγο να συμβάλουν στην όσο το δυνατόν ομαλότερη αποδοχή της όποιας συμφωνίας.
2. Οι καταιγιστικές επιθέσεις προς την κυβέρνηση από τις τρόικες «εξωτερικού» και «εσωτερικού» υπενθυμίζουν συνεχώς το ανέφικτο μιας πραγματικής ιδεολογικής και πολιτικής συμμαχίας με κάποια από τις δύο πλευρές και ενισχύουν διαρκώς την αίσθηση στον ΣΥΡΙΖΑ ότι παίζει «μόνος εναντίον όλων».
Σε αυτό συμβάλλει και η ατζέντα «σύγκρουσης με τη διαπλοκή», η οποία ανοίγει σταδιακά και με αργά βήματα δημιουργώντας την αίσθηση ότι η επομένη της συμφωνίας θα ανοίξει νέα… «πολεμικά πεδία», τα οποία θα δικαιώνουν πολιτικά και ιδεολογικά την ανάγκη η κυβέρνηση και το κόμμα να παραμείνουν αρραγή.

Σκληρό σύστημα εξουσίας

Η σημαντικότερη συγκολλητική δύναμη, όμως, είναι η προοπτική απώλειας της εξουσίας. Όποιος πιστεύει ότι αυτό που περιγράφεται ως «μπάχαλο του ΣΥΡΙΖΑ» είναι πραγματική εικόνα θα διαψευστεί οικτρά. Αντιθέτως –κι εδώ είμαστε για να τα ξαναπούμε όταν χρειαστεί– ο ΣΥΡΙΖΑ θα αναδειχθεί σε ένα πολύ σκληρό και συμπαγές σύστημα εξουσίας. Ίσως τόσο συμπαγές ώστε το περιώνυμο «σύστημα Σαμαρά» να θυμίζει μπροστά του νηπιαγωγείο – όχι ότι δεν ήταν στα τελευταία του…
Ήδη στα στελέχη και τους βουλευτές του έχει τεθεί – χωρίς να χρειαστεί να το θέσει επισήμως ούτε ο Τσίπρας ούτε οποιοσδήποτε άλλος – ένα απλό και πρακτικό δίλημμα:
• Είτε υπερασπίζονται και ψηφίζουν τη συμφωνία στο τέλος της διαδρομής διατηρώντας την εξουσία.
• Είτε σηκώνουν παντιέρες ιδεολογικής καθαρότητας βάζοντας τη χώρα και το κόμμα τους σε περιπέτεια και εν τέλει παραχωρώντας μερίδιο –ή και ολόκληρη την εξουσία– σε τελειωμένους Σαμαράδες και Βενιζέλους ή σε «σημιτικούς» Θεοδωράκηδες.
Η απάντηση, στην πραγματικότητα, ήδη έχει δοθεί. 

Και… δεν είναι η ανταρσία.
Ας μην ξεχνάμε ακόμη ότι η αίσθηση περί μείωσης του χρόνου παραμονής των ελληνικών κυβερνήσεων στην εξουσία είναι εν πολλοίς ψευδής, καθώς η χώρα δεν βρίσκεται στον πολιτικό αστερισμό της διετίας 2010-2012. 

Ο Σαμαράς, για παράδειγμα, θα παρέμενε πρωθυπουργός –και με νέα συμφωνία– αν δεν υπήρχαν μπροστά του η εκλογή προέδρου και η απόφαση του ΣΥΡΙΖΑ να τον ρίξει με αυτήν την ευκαιρία. Παρά τη λαϊκή δυσφορία, τίποτε δεν φαινόταν ικανό να τον ρίξει. Οι Γερμανοί τον εγκατέλειψαν όχι επειδή δεν τον αγαπούσαν, αλλά επειδή επρόκειτο συντόμως να καταστεί άχρηστος.
Ο Τσίπρας πάλι έχει μπροστά του μια τετραετία, η οποία θα καλυφθεί από τη συμφωνία που θα υπογράψει ο ίδιος, και μάλιστα χωρίς εκλογή προέδρου ή κάποιο άλλο θεσμικό εμπόδιο.

 Όσο για το πόσο βαριά ή μη διαχειρίσιμη θα είναι αυτή η συμφωνία, ας περιμένουμε να τη δούμε. Σε κάθε περίπτωση, αυτό που θα κρίνει τις εξελίξεις δεν θα είναι το αν ο ΣΥΡΙΖΑ θα την απορρίψει, αλλά το αν η κυβέρνηση θα είναι σε θέση να την περάσει αλώβητη ως προς τη δημοφιλία και την πολιτική αξιοπιστία της. Αλλά και η πορεία της μετά τη συμφωνία…

*Ο Σταύρος Χριστακόπουλος είναι διευθυντής σύνταξης της εφημερίδας Το Ποντίκι.

ΠΗΓΗ

Δημοσίευση σχολίου

Blogger