Βρισκόμαστε πλέον ένα βήμα πριν την τελική πράξη του δράματος, καθώς πλησιάζει επικίνδυνα η ώρα που θα φανεί με τρόπο μη αποδεχόμενο αμφισβήτηση, ποιοι στην Ελλάδα είχαν συναίσθηση της σοβαρότητας της κατάστασης και των περιθωρίων ελιγμών της ελληνικής πλευράς και ποιοι όχι.
Επιτέλους, νοιώσαμε υπερήφανοι με τη στάση του Γιάνη Βαρουφάκη, έρχεται τώρα η ώρα να διαπιστώσουμε ποιο είναι το αντίτιμο αυτής της «υπερηφάνειας», υπό την έννοια της αξίας που έχει στο «χρηματιστήριο» της πραγματικής κατάστασης, σε πανευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο. Μπορούμε να λέμε και να κάνουμε οτιδήποτε θέλουμε, αρκεί να αναγνωρίζουμε και στους υπόλοιπους ακριβώς τα ίδια δικαιώματα.
Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι δικαιούμαστε απολύτως να μεμφόμαστε όποιον επιθυμούμε, θεωρώντας ότι έχουμε δίκιο, δικαιούνται όμως και όλοι οι υπόλοιποι να μας «κράζουν» διότι διαφωνούν. Και το πράττουν, με τον ίδιο αμετροεπή και άκομψο τρόπο που το κάνουμε εν Ελλάδι, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες πολλών, ακόμη και μέσα στην κυβέρνηση, να πέσουν οι τόνοι, καθώς μόνο ανεγκέφαλος ή ιδιοτελής μπορεί να παραστήσει ότι δεν αντιλαμβάνεται το επερχόμενο αδιέξοδο.
Πολλοί εκ των διαφωνούντων έχουν και άλλη μια ιδιότητα που ενισχύει ακόμη περισσότερο το «δικαίωμα» που τους αναγνωρίζουμε, έχοντας πρώτα επιφυλάξει το ίδιο για τον εαυτό μας: Είναι οι «τρισκατάρατοι» δανειστές, οι «τοκογλύφοι» που δανείζουν τη χώρα με επιτόκια χαμηλότερα αυτών που δανείζονται μερικές από τις πιο σοβαρές και νοικοκυρεμένες οικονομίες στον πλανήτη.
Που βρισκόμαστε όμως; Μέσα «στο στόμα του λύκου» είναι η απάντηση, διότι όσοι προειδοποιούσαν στη χώρα, θεωρούνταν «ανθέλληνες», καθώς όσοι έσκουζαν πιο δυνατά από τους άλλους ακούγονταν περισσότερο και όλοι μαζί, πιασμένοι χέρι-χέρι, βαδίζουμε ως κουτορνίθια προς το αδιέξοδο.
Τι είχαμε γράψει κι εμείς και πολλοί άλλοι, που θέλουμε να θεωρούμε εαυτούς σοβαρούς; Ότι η στρατηγική των δανειστών θα ήταν εξαιρετικά απλή. Ο Έλληνας – η κυβέρνησή του για την ακρίβεια – μπορεί να φωνάζει και να «αντιστέκεται» όσο θέλει, αφού όλα έχουν ημερομηνία λήξης. Πότε είναι αυτή; Όταν όσα υπάρχουν στο ταμείο υπολείπονται όσων χρειάζονται για την εξυπηρέτηση των υποχρεώσεων της χώρας, με έμφαση την πληρωμή μισθών και συντάξεων, πέραν της εξυπηρέτησης των δανείων που έχει λάβει χώρα.
Εν αναμονή λοιπόν για να διαπιστώσουμε ποιες θα είναι οι αντιδράσεις της κοινωνίας, εάν κάποια στιγμή πάει στα ATM των τραπεζών και αυτά δεν «γεννούν» τα χρήματα που αντιστοιχούν στον δημόσιο υπάλληλο για τον μισθό του και τον συνταξιούχο για τη σύνταξή του. Εν αναμονή και της κυβερνητικής αντίδρασης, αφού η κυβέρνηση είναι στημένη στη βάση του… Go back κυρία Μέρκελ, οπότε για να επιβιώσει θα πρέπει να λειτουργήσει αναιρώντας τις πιο θεμελιώδεις από τις διακηρύξεις της.
Εάν είμαστε έτοιμοι να το υποστούμε ως κοινωνία, εν ονόματι της αντιπαράθεσης με το «σύστημα» που δεν μας αρέσει έχει κάποιο νόημα. Είναι θεμιτό και δικαίωμά μας να θέλουμε να ακολουθήσουμε τον δρόμο που μας οδηγεί ο Λαφαζάνης, ο Αλαβάνος, ο αναγεννημένος αυριανισμός, ο κάθε Καμμένος, είναι δικαίωμά μας να θεωρούμε ότι θα μεσουρανήσουμε στο πλάι της Μόσχας, του Πεκίνου, των BRICS, των εξωγήινων και η λίστα δεν έχει τελειωμό. Εδώ νομιμοποιείται ως δικαίωμα η ευθανασία, σε αυτό θα κολλήσουμε.
Διότι δυστυχώς, θα κληθούμε να συνειδητοποιήσουμε συλλογικά με τον πιο τραυματικό τρόπο, αυτό που αρνούμαστε αυτιστικά ως κοινωνία να αντιληφθούμε. Το ότι τα δικαιώματα, τα «κεκτημένα», οι «κατακτήσεις» κ.λπ. κ.λπ. έχουν νόημα όσο αντιστοιχούν σε όσα υπάρχουν στο ταμείο. Όταν το ταμείο είναι μείον, όσοι συνεχίζουν την εν λόγω ρητορική και όσοι τους ακούν, είναι απλώς ηλίθιοι. Και σε όποιον αρέσει.
Είναι γνωστός ψυχολογικός μηχανισμός η άρνηση της πραγματικότητας, είναι όμως εξίσου γνωστό και ιστορικά τεκμηριωμένο το που οδηγούν τέτοιες συλλογικές εμμονές, με την κατάσταση να είναι ακόμα χειρότερη όταν η χώρα έχει γεωγραφική θέση η οποία εκ των πραγμάτων τη θέτει υπό τον άμεσο ή έμμεσο έλεγχο κάποιας εκ των μεγάλων δυνάμεων.
Και όσοι – καλόπιστοι ενίοτε και καλοί γνώστες – επιχειρηματολογούν υπέρ της «ανεξάρτητης εξωτερικής πολιτικής», το πρώτο που ξεχνούν να συμπληρώσουν είναι το πόσο στενή σχέση έχει με την οικονομία της χώρας, δεύτερον το πόσο οργανωμένο «μαγαζί» πρέπει να είσαι ως κράτος για να μπορείς να την ασκείς χωρίς να σε χειραγωγήσουν για πλάκα (δηλαδή εξ ορισμού δεν μας αφορά) και τρίτον, να θυμηθούν λίγο την τύχη της «αδέσμευτης» Κύπρου το 1974.
Έχει έρθει – ή βρίσκεται πολύ κοντά – η ώρα που η κυβέρνηση θα κληθεί να αποφασίσει αν θα ολοκληρώσει την «κωλοτούμπα» (δεν χρησιμοποιούμε τη λέξη με αρνητικό περιεχόμενο, ως «στροφή στη δυσμενέστατη για όλους πραγματικότητα» το εννοούμε), με την επικέντρωση των προσπαθειών στο να πετυχαίνει επιμέρους νίκες, επειδή θα έχει κατορθώσει στα συμφωνηθέντα να παραδίδει έργο και όχι συμβολικής σημασίας για εσωτερική κατανάλωση «θριάμβους». Η πραγματική νίκη που θα πιστώσει η Ιστορία, θα είναι να βγει η χώρα από το αδιέξιοδι. Τα άλλα είναι για τους αφελείς που ονειρεύονται επαναστάσεις και σωτήρες.
Τέτοιοι «θρίαμβοι», όπως την δυο φορές μετονομασία της Τρόικας (το θεσμοί μας έγινε… Ομάδα Βρυξελλών, σαν τα λαχανάκια), ευθύνονται απολύτως για το ότι πέρασε τόσος καιρός και δεν έχει γίνει τίποτα πέραν της καταστροφής του πρωτογενούς πλεονάσματος, επί του οποίου βάσισε την επιχειρηματολογία του και ο Τσίπρας στην Ευρώπη, ενώ πριν τα αμφισβητούσε και την ανακάλυψη τρύπας 2 δισεκατομμυρίων ευρώ, την οποία η κυβέρνηση χρεώνει στους προηγούμενους.
Τα πράγματα είναι εξαιρετικά απλά. Εάν είχαν οι προηγούμενοι τη δυνατότητα να πείθουν τους τροϊκανούς (για να συνεννοούμαστε…) να κάνουν τα στραβά μάτια και να μας δίνουν «αέρα» 2 δισεκατομμυρίων ευρώ, σε μια επανάληψη των… Greek statistics, μάλλον ως επιτυχία θα πρέπει να λογίζεται και όχι αποτυχία. Το ζήτημα είναι ότι οι λόγοι που το επέτρεπαν έχουν εκλείψει και ασχέτως εάν κατηγορήσει η κυβέρνηση τους προηγούμενους, θα κληθεί να καλύψει το κενό, δηλαδή να πάρει εισπρακτικά μέτρα.
Η κυβέρνηση δείχνει να κάνει μια εξαιρετικά φιλότιμη προσπάθεια στον τομέα της φοροδιαφυγής, με όλους τους προηγούμενους, εμφανέστατα, να στερούνται της πολιτικής βούλησης για να προχωρήσουν. Αυτό πρέπει και να της πιστωθεί και να χρησιμοποιηθεί μεγαλοφώνως προς κάθε κατεύθυνση, έως ότου δούμε όλοι εάν μπορούμε να φέρουμε αποτελέσματα.
Η δυστυχία όμως είναι, ότι η κατάσταση που έχει δημιουργηθεί, με την αναζωπύρωση των φόβων «κουρέματος» των καταθέσεων όπως στην Κύπρο, θα πανικοβάλει τους καταθέτες και θα προκαλέσει μεγαλύτερη ασφυξία στην πραγματική οικονομία της χώρας (την ιδιωτική, που δουλεύει για να πληρώνει με τους φόρους της μισθούς και συντάξεις στον δημόσιο τομέα, οι οποίοι παραδοσιακά ήταν μεγαλύτεροι από αυτούς των «μούλων» του ιδιωτικού τομέα… το έχουν άραγε συνειδητοποιήσει όλοι αυτό;).
Την ίδια στιγμή, οι ευνοϊκές ρυθμίσεις έχουν νόημα όταν κάποιος δεν βλέπει μπροστά του σενάρια καταστροφής και να θεωρεί πως τα χρήματα που θα έδινε στο κράτος, θα έχουν μεγαλύτερη αξία στο «σεντούκι» και όχι στο κράτος που ίσως σερβίρει οσονούπω τη «νέα δραχμή», με αξία όχι πολύ μεγαλύτερη του χαρτιού τουαλέτας. Και κάπως έτσι θα έχει ολοκληρωθεί η «επανάστασή μας».
Διότι αποδειχθήκαμε τραγικά ανίκανοι σαν κοινωνία να αντιληφθούμε και να πετάξουμε στον κάλαθο των αχρήστων όσα μας έλεγαν διαχρονικά πολιτικοί, ανεξαρτήτως απόχρωσης, τα οποία δεν αντιστοιχούσαν στο ταμείο. Διότι αν κάποτε δανείζονταν για να ικανοποιούν τους «αγώνες» των εργαζομένων, τρέφοντας τα συνδικαλιστικά κρατικοδίαιτα παράσιτα, ενώ οι ίδιοι κρατούσαν την κουτάλα και τη χειρίζονταν κατά το δοκούν, σήμερα αυτό τελείωσε και μας τα πήραν πίσω μαζεμένα…
Όσο γρηγορότερα το καταλάβουμε τόσο καλύτερα. Και ας μη μας φταίει όλη η υφήλιος εκτός από την προσωπική μας ηλιθιότητα. Όχι πως οι άλλοι «εκεί έξω» είναι οι «καλοί», κολλημένες και χωρίς όραμα είναι οι ηγεσίες, όμως δεν βρίσκονται στο αδιέξοδο που βρισκόμαστε εμείς σήμερα. Εμείς τους έχουμε ανάγκη, όχι αυτοί. Το αντίθετο που ισχυρίζονται ορισμένοι, δεν το κάνουν για να διεκδικήσουν ένα – υπαρκτό – ποσοστό που αυτοί χρειάζονται την Ελλάδα, αλλά για να δικαιολογήσουν την αλητεία των υποσχέσεων χωρίς αντίκρυσμα.
Διότι όσο συνεχίζουμε να αποδεικνύουμε τον χαζοχαρούμενο χαρακτήρα της κοινωνίας μας και 0% να βάλουμε τον φόρο των επιχειρήσεων, επενδυτής δεν θα περάσει ούτε απ’ έξω. Κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει πως θα ξυπνήσει ο κάθε πρωθυπουργός την επομένη και θα μας μπουμπουνίσει όσα κατέβασε η κούτρα του την προηγούμενη.
Ας ετοιμαστούμε λοιπόν για το πρώτο «αναγκαστικό δάνειο», όχι της Ελλάδας του Β’ ΠΠ, αλλά όσων εμπιστεύθηκαν και κράτησαν τις οικονομίες τους εντός της χώρας. Διότι άλλη λύση δεν θα υπάρχει. Και λεφτά να μας δώσουν άλλες χώρες, θα προστεθούν στο βουνό του σημερινού χρέους. Για πόσο μαλάκες όμως τους περνάμε, να ζητάμε να μας δώσουν χρήματα, τα οποία δηλώνουμε σε όλους τους τόνους ότι σκοπεύουμε να τα κουρέψουμε;
Όσα δίκια και να έχει με όσα υποστηρίζει ο κάθε Βαρουφάκης, δυστυχώς ο χρόνος δεν είναι με το πλευρό μας και ακόμα δυστυχέστερα, δεν έχει και μεγάλη σημασία ποιος έχει δίκιο, αλλά ποιος έχει την ισχύ να επιβάλει αυτό που θεωρεί σωστό. Ακόμα και να έχουν πειστεί ο Σόιμπλε και η Μέρκελ, ότι ο Γιάνης (με το ένα «ν») έχει δίκιο, δεν έχουν κανένα απολύτως κίνητρο να δώσουν σε αυτόν και την ελληνική κυβέρνηση τη νίκη αυτή.
Πρώτα θα ρυθμίσουν τι θα γίνει με τον κάθε «επαναστάτη» στην ευρωπαϊκή ήπειρο και μετά θα ληφθούν αποφάσεις. Το ζητούμενο είναι την κρίσιμη στιγμή να βρισκόμαστε εκεί για να επωφεληθούμε. Διότι το πρώτο τεστ, αυτό της πιστωτικής χαλάρωσης, το χάσαμε, καταφέρανε τώρα που βρέχει χρήμα στην Ευρώπη, η χώρα να σκεπάζεται από ομπρέλα. Ας ελπίσουμε ότι δεν θα βρισκόμαστε σε παρόμοια «επαναστατική διάθεση» (ίσως κι έξω από την Ευρωζώνη) όταν έρθει η ώρα πολιτικής διευθέτησης του χρέους σε πανευρωπαϊκό επίπεδο.
ΠΗΓΗ
Δημοσίευση σχολίου
Blogger Facebook