Ηχηρά ονόματα, πέρα από αυτών που έχουμε ακούσει μέχρι σήμερα, που για χρόνια έχουν πρωταγωνιστήσει στην οικονομική ζωή της χώρας, βρίσκονται στο «στόχαστρο» της Δικαιοσύνης.

Έγκυρες πληροφορίες αναφέρουν ότι μέσα στις επόμενες εβδομάδες βγαίνουν εντάλματα για ορισμένους ισχυρούς του συστήματος, οι οποίοι αποτελούν εδώ και χρόνια μέρος της οικονομικής ελίτ της Ελλάδας.

Σύμφωνα με το ρεπορτάζ που έκαναν τα «Ντοκουμέντα», ετοιμάζονται εντάλματα για 6-7 πρόσωπα, που προέρχονται από τον χώρο των κατασκευών, της ενέργειας, αλλά και κάποιοι από το χώρο του Τύπου. Η είδηση για τις συλλήψεις 6-7 επιχειρηματιών έχει ήδη γίνει γνωστή σε οικονομικούς παράγοντες και σε όλη την πολιτική σκηνή.

Οι παροικούντες στην Ιερουσαλήμ -και όχι μόνο- εκτιμούν ότι βρισκόμαστε μπροστά στο «ξήλωμα» του μεγαλύτερου μέρους του οικονομικού συστήματος, το οποίο στήθηκε από τη μεταπολίτευση και εντεύθεν και ειδικότερα από την εποχή του Ανδρέα Παπανδρέου, που με αριστοτεχνικό τρόπο είχε βάλει μπροστά το σχέδιο για τη δημιουργία νέων «τζακιών». Μέσα από εκείνο το σχέδιο, που έβαλε τότε σε εφαρμογή ο Παπανδρέου, είχαν «ξεπεταχτεί» πρόσωπα, τα οποία πήραν τις τύχες της χώρας στα χέρια τους για πολλές δεκαετίες. Τα πρόσωπα αυτά είχαν το προνόμιο των κρατικών συμβάσεων μέσα από τις προμήθειες του Δημοσίου και την κατασκευή μεγάλων έργων.

Με τα νέα «τζάκια» που έφτιαξε ο Ανδρέας, ελέγχτηκε σε έναν μεγάλο βαθμό το τραπεζικό σύστημα, αλλά και η κυριαρχία του ΠΑΣΟΚ στην πολιτική ζωή της χώρας. Κάποια στιγμή τα πρόσωπα αυτά αυτονομήθηκαν, απέκτησαν σχέση και με παράγοντες της Ν.Δ., για να εξασφαλίσουν την κυριαρχία τους. Σήμερα η κυριαρχία τους φαίνεται ότι απειλείται να τερματιστεί με εκκωφαντικό τρόπο και ειδικότερα μέσα από την εμπλοκή τους σε σκάνδαλα διαφθοράς, φοροδιαφυγής και κατασπατάλησης του δημόσιου χρήματος.

Ο νέος ισχυρός πολιτικός παράγων αλλάζει τα πρόσωπα και τους κανόνες του «παιχνιδιού». Έχοντας και τη βοήθεια του κλίματος, που έχει δημιουργηθεί στην κοινωνία, ο Αλέξης Τσίπρας με τους δικούς του ανθρώπους θα επιχειρήσει, όπως λέγεται από πολλές πλευρές, να αντιγράψει την τακτική που είχε ακολουθήσει ο Ανδρέας Παπανδρέου από τις αρχές της δεκαετίας του ’80.


«Πάμε για νέα τζάκια», λένε στις συζητήσεις τους τις τελευταίες μέρες οικονομικοί και πολιτικοί παράγοντες, σχολιάζοντας την είδηση για τις επικείμενες συλλήψεις επιχειρηματιών. Συλλήψεις και διώξεις, οι οποίες δεν θα σταματήσουν στα 6-7 άτομα, αλλά θα προχωρήσουν σε ακόμα περισσότερους.

Το νέο τοπίο που θα δημιουργηθεί, θα γίνει με «σημαία» την κάθαρση, την καταπολέμηση της διαφθοράς. Προς αυτή την κατεύθυνση θα κινηθούν με ταχύτητα και οι δικαστικές Αρχές, που ήδη έχουν δώσει δείγματα αποφασιστικότητας με την έκδοση ενταλμάτων και τις συλλήψεις που έχουν κάνει.
Τα «Ντοκουμέντα» θυμίζουν στους αναγνώστες τους τις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις, που αφορούν τη δίωξη επιχειρηματιών.

Θωμάς Λιακουνάκος

Χειροπέδες για παράνομες μίζες στη μεγάλη υπόθεση με τα εξοπλιστικά «πέρασαν» στα τέλη του Σεπτεμβρίου στον επιχειρηματία, Θωμά Λιακουνάκου, έπειτα από ένταλμα που εξέδωσε η ανακρίτρια Βασιλική Μπράτη, η οποία ερευνά τις προμήθειες των ιπτάμενων ραντάρ, από τη βραζιλιάνικη εταιρεία Ebraer, έργο στο οποίο ανάδοχος ήταν η σουηδική εταιρεία Εricsson.

Ο ίδιος κατηγορείται για δωροδοκία και ξέπλυμα «μαύρου» χρήματος για την προμήθεια τεσσάρων ραντάρ από τη σουηδική εταιρεία Ericsson, κατηγορίες κακουργηματικού χαρακτήρα. Τελικοί αποδέκτες των μιζών –που ξεπερνούν τα 2 εκατ. ευρώ– είναι, σύμφωνα με τη Δικαιοσύνη, ο πρώην υπουργός Εθνικής Άμυνας Άκης Τσοχατζόπουλος και το άλλοτε δεξί του χέρι στο υπουργείο, Γιάννης Σμπώκος, οι οποίοι σήμερα κρατούνται φυλακές Κορυδαλλού.

Μετά τη «μαραθώνια» απολογία του στην ανακρίτρια, Βασιλική Μπράτη, ο επιχειρηματίας προφυλακίστηκε στον Κορυδαλλό. Ο ίδιος αρνήθηκε τις κατηγορίες που του αποδίδονται, υποστηρίζοντας ότι δεν έχει δωροδοκήσει κανέναν κρατικό αξιωματούχο. Ο Λιακουνάκος παραδέχθηκε ότι ίδρυσε την εταιρεία Interaction το 1999 για νόμιμες επιχειρηματικές δραστηριότητές του. Ωστόσο, ο επιχειρηματίας ισχυρίστηκε ότι δεν γνωρίζει την περαιτέρω κίνηση κεφαλαίων από την εταιρεία. Από τους άλλους δύο ιδρυτές της Interaction, σύμφωνα με τον κ. Λιακουνάκο, ο ένας έχει αποβιώσει, ενώ ως διαχειριστής της εμφανίζεται ο Βρετανός δικηγόρος Peter Coleridge.

Σύμφωνα με δήλωση που έκαναν οι δικηγόροι του, Μιχάλης Ζαφειρόπουλος και Σοφία Πολλάλη, ο επιχειρηματίας κλήθηκε να αντιμετωπίσει μια δικογραφία δύο ετών μέσα σε δύο ημέρες. Οι ίδιοι άφησαν αιχμές για πολιτικές παρεμβάσεις και έκαναν λόγο για πανηγυρικά τουίτς, που ανέβηκαν στο διαδίκτυο, μετά τη σύλληψη του επιχειρηματία. Οι συνήγοροι του Λιακουνάκου άφησαν ανοιχτό το ενδεχόμενο, ο επιχειρηματίας να επανέλθει στην ανάκριση και να προσκομίσει νέα στοιχεία, που να στοιχειοθετούν τους ισχυρισμούς του.

Πάντως, στο πλαίσιο της ανάκρισης που βρίσκεται σε εξέλιξη, συγκεντρώθηκαν στοιχεία, σύμφωνα με τα οποία η σουηδική Ericsson, κύρια ανάδοχος της σύμβασης των ιπτάμενων ραντάρ που υπεγράφη τον Ιούλιο του 1999, κατέθετε μεγάλα χρηματικά ποσά στον λογαριασμό που τηρούσε η εταιρία Interaction Limited -με πραγματικούς ιδιοκτήτες τον Θωμά Λιακουνάκο και τον συγκατηγορούμενό του Peter Coleridge- στην τράπεζα HSBC του Μονακό.

Από την Interaction του Θωμά Λιακουνάκου οι μίζες έφταναν στη «Rea International» και την «Highwood». Από την έρευνα προέκυψε ότι οι καταθέσεις γίνονταν στην offshore του Θωμά Λιακουνάκου, με σκοπό να καλυφθούν τα ίχνη του αρχικού καταθέτη, δηλαδή της Eicsson, και να γίνει πιο δύσκολος ο εντοπισμός του.

Για τον λόγο αυτό, ο κ. Λιακουνάκος χρησιμοποιούσε διάφορες τράπεζες στην Ελλάδα, την Ελβετία, το Μονακό και άλλες χώρες, «αξιοποιώντας» παράλληλα τη συνεργασία προσώπων, που λειτουργούσαν ως ενδιάμεσοι και εμφανίζονταν ότι είναι οι υποτιθέμενοι δικαιούχοι. Στην πραγματικότητα όμως, τα χρήματα της δωροδοκίας κατέληγαν σε δύο πρόσωπα στην Ελλάδα: Τον πρώην Άκη Τσοχατζόπουλο και τον Ιωάννη Σμπώκο.

Κωνσταντίνος Δαφέρμος

Πάνε μόλις λίγες εβδομάδες, από τότε που συνελήφθη ένας ακόμα μεσάζοντας εξοπλιστικών προγραμμάτων, ο γνωστός επιχειρηματίας στην εμπορία όπλων Κωνσταντίνος Δαφέρμος, έπειτα από ένταλμα του ανακριτή διαφθοράς Νίκου Τσιρώνη, ο οποίος ερευνά την προμήθεια των ρωσικών συστημάτων KORNET. Μαζί με τον επιχειρηματία, συνελήφθησαν ο γιος του και ένας στενός του συνεργάτης. Το όνομα του Δαφέρμου έχει ακουστεί σε διάφορες υποθέσεις λαθρεμπορίου εκτός Ελλάδας και σύμφωνα με αρμόδιες πηγές φέρεται να είναι στενός φίλος του Ρώσου υπουργού Αμύνης.

Το ένταλμα εκδόθηκε για μίζες ύψους 3 εκατ. δολαρίων προς τον πρώην αναπληρωτή διευθυντή εξοπλισμών, Αντώνη Κάντα, επί υπουργίας Άκη Τσοχατζόπουλου. Τη μίζα έχει αποκαλύψει ο ίδιος ο Κάντας από τον Δεκέμβριο του 2013, αλλά τα στοιχεία «έδεσαν» μετά τις απαντήσεις σε αιτήματα δικαστικών συνδρομών που έφτασαν στον ανακριτή από Ελβετία και Αυστρία.

Τα 3 εκατ. δολάρια φέρονται να διακινήθηκαν από τον αντιπρόσωπο της κατασκευάστριας εταιρείας, προκειμένου ο Κάντας να προωθήσει την υπογραφή της σύμβασης για την προμήθεια του οπλικού συστήματος. Το συνολικό κόστος για την αγορά των KORNET ανήλθε σε 100 εκατ. δολάρια και σύμφωνα με όσα ο ίδιος ο Κάντας έχει πει στις δικαστικές αρχές, έλαβε από τον Δαφέρμο προμήθεια ύψους 3% της συνολικής αξίας της σύμβασης. Από τα 3 εκατ. δολάρια έλαβε τα 700.000 σε μετρητά στην Ελλάδα και τα υπόλοιπα κατατέθηκαν σε λογαριασμούς στην τράπεζα UBS στη Ζυρίχη και σε άλλη τράπεζα στην Ελβετία.

Πάνος Γερμανός

Για την εμπλοκή του στην υπόθεση των μιζών, που διακινήθηκαν ως «αντίδωρο» για το πρόγραμμα των ρωσικών αντιαεροπορικών TOR-M1, παραπέμπεται στο εδώλιο του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων και ο επιχειρηματίας Πάνος Γερμανός μαζί με άλλους τέσσερις κατηγορουμένους, τον Ιωάννη Σμπώκο, πρώην επικεφαλής της Διεύθυνσης Εξοπλισμών του ΥΕΘΑ, τον Γιώργο Κάμαρη, στέλεχος επιχειρήσεων και τους αδελφούς Γιώργο και Πιερ Χριστοδουλίδη, διαχειριστές περιουσιακών στοιχείων.

Συγκεκριμένα, ο Πάνος Γερμανός εμφανίζεται να έχει λάβει στους τραπεζικούς του λογαριασμούς ποσά εκατομμυρίων σε ευρώ και αμερικανικά δολάρια, ενώ ο 81χρονος Γιώργος Καμάρης φέρεται να είναι το πρόσωπο που συνδέει τον κ. Γερμανό με τον Γιάννη Σμπώκο και τον Θωμά Λιακουνάκο, και κατηγορείται πως μετέφερε εκατομμύρια ευρώ, που προέρχονταν από μίζες των εξοπλιστικών, σε προσωπικούς λογαριασμούς του επιχειρηματία.

Μάλιστα, ο Πάνος Γερμανός εμφανίζεται να έχει στείλει έμβασμα 2 εκατ. δολαρίων προς λογαριασμό που διατηρούσε εταιρεία του καταδικασθέντος Γιώργου Σαχπατζίδη στην Ιταλία, τα οποία εικάζεται ότι στη συνέχεια διοχετεύθηκαν στον Άκη Τσοχατζόπουλο.

Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Πάνος Γερμανός είχε πουλήσει τις μπαταρίες για τα γερμανικά υποβρύχια, που «γέρνουν» και για άλλα υποβρύχια, μια υπόθεση που φαίνεται να συγκεντρώνει εκ νέου το ενδιαφέρον της ελληνικής Δικαιοσύνης, στο πλαίσιο της ευρύτερης έρευνας για τις προμήθειες του ελληνικού στρατού.

Γιώργος Σαχπατζίδης

Τον περασμένο Ιούνιο αποφυλακίστηκε ένα από τα «κορυφαία» πρόσωπα, που εμπλέκονται στην επίμαχη λίστα με τα εξοπλιστικά, ο επιχειρηματίας Γιώργος Σαχπατζίδης, ο οποίος είχε καταδικασθεί σε κάθειρξη 13 ετών. Ο άλλοτε κατηγορούμενος για την υπόθεση των «χρυσών» μιζών αποφυλακίστηκε για λόγους υγείας. Το Δικαστήριο με πλειοψηφία 3-2 αποφάσισε την αποφυλάκισή του, με καταβολή εγγύησης 50.000 ευρώ και τους περιοριστικούς όρους της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα και της υποχρεωτικής εμφάνισης δύο φορές το μήνα σε Αστυνομικό Τμήμα. Ο Σαχπατζίδης, επιχειρηματίας, εκδότης, αντιπρόσωπος οπλικών συστημάτων και ποδοσφαιρικός παράγοντας πίσω από την offshore εταιρεία, η οποία μεταβίβασε το νεοκλασικό της Αρεοπαγίτου στη σύζυγο του Άκη Τσοχατζόπουλου, ο επονομαζόμενος και «Σάχης της Κατερίνης», συνδεόταν επιχειρηματικά και πολιτικά με τον Τσοχατζόπουλο επί δεκαετίες.

Μιχάλης Ματαντός

Ως «θύμα» των Γερμανών, παρουσιάστηκε στην απολογία του για τα «αμαρτωλά» εξοπλιστικά τον Ιανουάριο του 2014, ο 67χρονος σήμερα Μιχάλης Ματαντός, που δραστηριοποιείται περισσότερα από 40 χρόνια στο χώρο της ναυτιλίας. Ο εφοπλιστής, που αντιμετώπισε τις κατηγορίες της δωροδοκίας και της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομη δραστηριότητα, αφέθηκε ελεύθερος σχεδόν πριν από έναν χρόνο, με την επιβολή μόνο χρηματικής εγγύησης ύψους 500.000 ευρώ. Ο Ματαντός, ο οποίος είναι μόνιμος κάτοικος Λονδίνου, φερόταν ως αντιπρόσωπος της Ferrostaal και μέσω της εταιρείας του ΜΙΕ να διακινούσε χρήματα που προορίζονταν για «ωφέλιμες πληρωμές».

Αλέξανδρος Αβατάγγελος

Ένας από τους βασικότερους κατηγορούμενους στην υπόθεση των υποβρυχίων ήταν και ο επιχειρηματίας Αλέξανδρος Αβατάγγελος, ο οποίος πριν 2 σχεδόν χρόνια αφέθηκε επίσης ελεύθερος, με την επιβολή χρηματικής εγγύησης ύψους 500.000 ευρώ και περιοριστικούς όρους.

Στον επιχειρηματία είχαν ασκηθεί οι κατηγορίες για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομη δραστηριότητα. Ειδικότερα, οι κατηγορίες αφορούσαν την υπόθεση των παράνομων χρημάτων, που φέρονται να δόθηκαν από τις γερμανικές εταιρείες HDW και FERROSTAAL για την προμήθεια των 4 υποβρυχίων του Πολεμικού Ναυτικού επί της θητείας του Άκη Τσοχατζόπουλου στο υπουργείο Άμυνας.

Ο ίδιος, ο οποίος φερόταν μέσω εταιρειών του να διακινεί ύποπτο χρήμα, αρνήθηκε την κατηγορία που του είχε αποδοθεί, προσκομίζοντας στην ανάκριση στοιχεία, προκειμένου να συνδράμει την έρευνα των δικαστικών λειτουργών στην αναζήτηση των ποσών, αλλά και των διαδρομών των αποκαλούμενων «ωφελημάτων», που φέρονταν να διατέθηκαν. Ο Αβατάγγελος σχεδόν έναν χρόνο πριν συνελήφθη εκ νέου, καθώς δεν είχε πληρώσει την εγγύηση.

Πάνος Ευσταθίου

Χωρίς να του επιβληθεί κανένας άλλος περιοριστικός όρος -πλην αυτός της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα- αφέθηκε ελεύθερος τον περασμένο Ιούνιο και ο πρώην αναπληρωτής διευθυντής εξοπλισμών Πάνος Ευσταθίου, ο οποίος απολογήθηκε ενώπιον του ανακριτή διαφθοράς για την κατηγορία «παράνομων πληρωμών» στο εξοπλιστικό πρόγραμμα, που αφορά τα θωρακισμένα άρματα μάχης Leopard.

Πληροφορίες λένε, πάντως, πως βασικό ρόλο στην απελευθέρωσή του φέρεται να έπαιξε και το γεγονός ότι είχε καταθέσει την ίδια μέρα της απολογίας του 1 εκατ. ευρώ σε λογαριασμό του ελληνικού Δημοσίου. Το ποσό αυτό αποτελούσε, σύμφωνα με την κατηγορία, μίζα προς απόστρατο συνταγματάρχη, ο οποίος είχε προφυλακιστεί με την ίδια κατηγορία.

Ο Ευσταθίου αρνήθηκε οποιαδήποτε εμπλοκή σε παράνομες πληρωμές για το συγκεκριμένο πρόγραμμα.

Λεωνίδας Μπόμπολας

Σαν «βόμβα» έσκασε τον περασμένο Απρίλιο η σύλληψη του επικεφαλής της Άκτωρ, Λεωνίδα Μπόμπολα, το όνομα του οποίου βρισκόταν στη λίστα Λαγκάρντ και ο φόρος που του αναλογούσε ήταν 1,964 εκατ. ευρώ.

Ειδικότερα, σε βάρος του Μπόμπολα ασκήθηκε δίωξη για φοροδιαφυγή και ξέπλυμα βρώμικου χρήματος, καθώς και αυτόφωρη διαδικασία, δηλαδή η σύλληψη.

Επισημαίνεται ότι ο πρόεδρος της Άκτωρ παρουσιάστηκε μόνος του στη Διεύθυνση Οικονομικής Αστυνομίας της ΓΑΔΑ, όπου και ενεργοποιήθηκε η εισαγγελική παραγγελία και οδηγήθηκε στην Εισαγγελία Πρωτοδικών που είχε αρχικά ασκήσει τη δίωξη.

Τελικά, ο Μπόμπολας κατέβαλε το ποσό του 1,8 εκατ. ευρώ, προκειμένου να μην ασκηθεί εναντίον του ποινική δίωξη σε βαθμό κακουργήματος για φοροδιαφυγή και για ξέπλυμα βρώμικου χρήματος.

ΠΗΓΗ

Δημοσίευση σχολίου

Blogger