«Κέντρο Μακεδονικής γλώσσας στην Ελλάδα»: Η νομική, πολιτική και ιστορική πραγματικότητα και η αδιανόητη δικαστική απόφαση

 

Συνέντευξη στην Ελένη Τσιάβου

Ο κ. Σπυρίδων Γ. Χριστόφιλος, Δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω αναλύει στο BN, την απόφαση του Πρωτοδικείου Φλώρινας περί «Κέντρου Μακεδονικής γλώσσας στην Ελλάδα» που προκάλεσε πλήθος αντιδράσεων στον νομικό και όχι μόνο κόσμο.
Ο ίδιος κάνει λόγο για μια αδιανόητη- στα δικαστικά χρονικά- απόφαση χαρακτηρίζοντας την, ως ένα «νομικό σφάλμα».
Παράλληλα, αναφέρεται στα επόμενα βήματα των σωματείων αλλά και στον καθοριστικό ρόλο του Αρείου Πάγου με την 1448/2009 «περί μακεδονικής γλώσσας και εθνότητας».

 


Υπενθυμίζεται πως για το εν λόγω ζήτημα είχε σημειωθεί παρέμβαση του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου κ. Ισίδωρου Ντογιάκου, ο οποίος εκκίνησε τη δικαστική διαδικασία για την ανατροπή της δικαστικής απόφασης.
Ενώ χαρακτηριστικό γεγονός αποτελεί πως η κα Βασιλική Θάνου (πρώην πρόεδρος του Αρείου Πάγου και πρώην υπηρεσιακή πρωθυπουργός) με άρθρο της σχολίασε ως «νομικά ορθή και εθνικά επιβεβλημένη η ασκηθείσα ανακοπή από την Εισαγγελέα Φλώρινας».

Το χρονικό της εκδίκασης όπως το περιγράφει ο κ. Χριστόφιλος:

Την 2α Φεβρουαρίου, εκδικάσαμε στην μεγάλη αίθουσα του Πρωτοδικείου Φλωρίνης, ως συνήγοροι την τριτανακοπή της «ΕΝΩΣΗΣ ΤΟΥ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΥ ΑΓΩΝΑ…», προκειμένου να ακυρωθεί η απόφαση που επικύρωνε το καταστατικό του σωματείου «Μακεδονικής Γλώσσας στην Ελλάδα…», {εννοώντας ως μακεδονική, την σλαβική γλώσσα που αναγνώρισε με το όνομα αυτό η Συμφωνία των Πρεσπών}.
Αμέσως μετά εκδικάστηκε και η ανακοπή, που προς τιμήν της είχε ασκήσει επιδιώκοντας τον ίδιο σκοπό η Εισαγγελία, η Εισαγγελέας Φλώρινας, κατόπιν της εισηγήσεως του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου.
Συνοπτικά, θα αναφέρουμε πως το μοναδικό νομικό ζητούμενο στο εν λόγω δικαστήριο και σε κάθε άλλο που αφορά την νομιμοποίηση ενός σωματείου, είναι αν οι σκοποί του σωματείου είναι ασύμβατοι και αντίκεινται στον νόμο και την δημόσια τάξη ή αν προκαλούν σύγχυση ή παραπλάνηση, θέτοντας σε κίνδυνο την δημόσια ασφάλεια και διασαλεύοντας την κοινωνική ειρήνη.
Μάλιστα τούτο, σύμφωνα με την νομολογία, πρέπει να αποδεικνύεται εναργώς, δηλαδή πεντακάθαρα και αδιαμφισβήτητα και όχι ως υπόνοια, υποκειμενικό συμπέρασμα ή κρίση. {ΑΠ 1406/2021, ΑΠ1614/2017 και ΟλΑΠ4/2005}
Η έκφραση, του καταστατικού του σωματείου, περί «διατήρησης» της ομιλουμένης μακεδονικής γλώσσας στην Ελλάδα σε συνδυασμό με το γεγονός ότι και κατά την επικύρωση του καταστατικού τους και το επόμενο διάστημα, στην επίσημη σελίδα του σωματείου τους που δημοσιοποιεί τους πραγματικούς σκοπούς του σωματείου σε ευρύτατο αριθμό προσώπων, αναφέρονται ως σκοποί, «η αναγνώριση της Μακεδονικής γλώσσας ως μειονοτικής γλώσσας» και «η προστασία και τεκμηρίωση παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ….. εναντίον ομιλητών Μακεδόνων και εθνοτικών Μακεδόνων στην Ελλάδα»! αναδεικνύουν πέραν πάσης αμφιβολίας ότι παραβιάζεται το εθνικό δίκαιο καθόσον παραβιάζουν ευθέως ακόμη και αυτήν την Συμφωνία των Πρεσπών, η οποία ανεξαρτήτου του γεγονότος αν διαφωνούμε με αυτήν, έχει ισχύ νόμου (Ν. 4518/2019).

Τι παραβιάζεται δηλαδή βάσει του νόμου;

Μάλιστα εις την ρηματική διακήρυξη εκ μέρους των Σκοπίων εντός της συμφωνίας τονίζεται ότι ο όρος Μακεδών αφορά ιθαγένεια και επουδενί εθνότητα. Σε κανένα δε χωρίο της συμφωνίας δεν γίνεται λόγος για μειονοτική γλώσσα.
Παραβιάζεται μετά ταύτα και το αρθρ. 6 παρ 3 της συμφωνίας που ορίζει ότι ιδιώτες πρέπει να απέχουν από προπαγανδιστικές ενέργειες που υποδαυλίζουν τον αλυτρωτισμό την εχθρότητα και τον αναθεωρητισμό.
Τοιουτοτρόπως, πρόεκυψε κατά την νομική μας άποψη, ότι αναμφίβολα έλαβαν χώρα τα γεγονότα που απαιτούνται εκ του νόμου δια την ακύρωση της απόφασης αναγνωρίσεως του καταστατικού του Σωματείου της Μακεδονικής γλώσσας, καθώς όχι μόνον παραβίασε την εθνική νομοθεσία διαταράσσοντας έτσι την κοινωνική ειρήνη και την δημόσια τάξη, αλλά προσέβαλε ευθέως όχι μόνο τα εθνικά δίκαια και συμφέροντα αλλά και αυτήν την εθνική υπόσταση, ομιλώντας για «έθνος Μακεδόνων».
Το νομικό επιχείρημα αυτό γιγαντώνεται από το γεγονός ότι τα αδιάσειστα στοιχεία που εμπεριέχουν τους προρρηθέντες σκοπούς περί αναγνώρισης μακεδονικής γλώσσας κι εθνότητας Μακεδόνων εντός της Ελλάδας κατατέθηκαν από εμέ στο Δικαστήριο κι αναπτύχθηκαν τόσο ως νομικός όσο κι ως ουσιαστικός συλλογισμός.
Επικαιροποιήθηκαν δε κατά την δικάσιμο κι αποτελούν δικονομικό στοιχείο της δικογραφίας και μέρος του νομικού συλλογισμού της δικαστικής αποφάσεως (σελ. 38 της αποφάσεως 41/2023 του Μονομελους ΠρωτοδικειουΦλώρινας). Παρά την προφανή και αδιαμφισβήτητη και εκκωφαντική παραβίαση όχι μόνον της εθνικής νομοθεσίας αλλά και του Συντάγματος {η αναφορά περί έθνους Μακεδόνων εντός της Ελλάδας παραβιάζει κατάφωρα τα άρθρα 1, 28 και 120}, η επίμαχη απόφαση κύρωσε ως νόμιμο το σωματείο.

Υπήρχε νομικός αντίλογος;

Ως προς αυτά τα επιχειρήματα και τους επιδιωχθέντες σκοπούς που αναφέραμε, η δικαστική απόφαση δεν αντιπαραθέτει κανένα ουσιαστικό νομικό αντίλογο για να τα υπερκεράσει διότι ακριβώς, ως προς αυτά, δεν μπορεί να υπάρξει οποιοδήποτε νομικό επιχείρημα!. Εις την απλούστερη διατύπωση, είναι αδιανόητο και ανήκουστο από νομικής απόψεως να κυρωθεί σωματείο που έθεσε ως πραγματικούς σκοπούς, επαναλαμβάνω, την αναγνώριση μειονοτικής γλώσσας και έθνους Μακεδόνων (Σλάβους) εντός της Ελλάδος.
Προς τούτο θα ασκήσουμε και έφεση και αναίρεση αν παραστεί αναγκαίο και είμεθα βέβαιοι πως μία πιο ενδελεχής δικαστική κρίση και προσέγγιση είτε από το ανώτερο δικαστήριο των Εφετών είτε εν τέλει στη Σύγκλητο των Αρεοπαγιτών θα διορθώσει αυτό το αδιανόητο δι’ εμέ νομικό σφάλμα.Ο λόγος που εξ υπαρχής επιμένουμε και προτάσσουμε το ως άνω νομικό επιχείρημα είναι ότι για όλα τα άλλα, μπορεί ενδεχομένως, να αρθρωθεί ισχυρός νομικός αντίλογος σε μία διασταλτική νομική ερμηνεία που αφορά τα σωματεία και τα συνταγματικά δικαιώματα που συνδέονται μετ’ αυτής όπως του συνεταιρίζεσθαι, της ελευθερίας της έκφρασης κλπ. Αφ’ ής στιγμής όμως έθεσαν σκοπούς περί έθνους Μακεδόνων και μειονότητας που συνιστούν κραυγαλέα προσβολή του εθνικού δικαίου και του Συντάγματος είναι μονοσήμαντη πλέον η νομική ερμηνεία, και μονόδρομος η ακύρωση ενός σωματείου με τέτοιους σκοπούς από τη Δικαιοσύνη. Άλλωστε, θεωρώ βέβαιο ότι και η Εισαγγελία προτίθεται να ασκήσει έφεση κατά της αποφάσεως αυτής που κατακύρωσε την ίδρυση του σωματείου.

Ως προς το πολιτικό σκέλος, ποιες ευθύνες  προκύπτουν επί του ζητήματος;

Τα ανωτέρω ανέδειξαν και την πολιτική πραγματικότητα και ευθύνη για το εν λόγω ζήτημα που έγκειται στο ότι θα ήταν νομικά επιβεβλημένη και με βέβαιη νομική επιτυχία, η προσφυγή, ως εποπτεύουσας αρχής των σωματείων, είτε από την Περιφέρεια είτε από το αρμόδιο Υπουργείο που εν προκειμένω είναι το Υπουργείο Παιδείας ή Εξωτερικών, {καθώς σύμφωνα με την γνωμοδότηση του αρμόδιο είναι το Υπουργείο που σχετίζεται με τον κύριο σκοπό τον οποίο επιδιώκει ένα σωματείο}για την διάλυση του εν λόγω σωματείου επί του άρθρου 105 του ΑΚ. 
Το προρρηθέν άρθρο ορίζει ότι η εποπτεύουσα αρχή μπορεί να ζητήσει την διάλυση ενός σωματείου αν το σωματείο επιδιώκει σκοπό διαφορετικό από αυτόν που καθορίζει το καταστατικό ή αν ο σκοπός ή η λειτουργία του, έχουν καταστεί παράνομοι ή αντίθετοι προς την δημόσια τάξη. Επί του παρόντος, εξ όσων γνωρίζω διολου δεν το έπραξαν.
Περαιτέρω, από το γεγονός του χαιρετισμού του Πρωθυπουργού των Σκοπίων στην απόφαση που αναγνώριζε τους σκοπούς του σωματείου, ο οποίος και εκφράζει την επίσημη πολιτική της κεντρικής κυβέρνησης, αναδεικνύεται έτερος επαγωγικός νομικός συλλογισμός. Δίδεται το έρεισμα για μονομερή καταγγελία της συμφωνίας των Πρεσπών, καθόσον σύμφωνα με το Δίκαιο των Συνθηκών (Συνθήκη της Βιέννης) όταν παραβιάζεται θεμελιώδης όρος των συμφωνηθέντων, γεννάται νόμιμο δικαίωμα περί μονομερούς καταγγελίας.
Οι Διεθνείς Συνθήκες δύναται να καταγγελθούν ή τροποποιηθούν με βάσει το Δίκαιο των Συνθηκών είτε δια δημοψηφίσματος. Άλλωστε, η ρομφαία της Δημοκρατίας για όσους είναι πραγματικά δημοκράτες, το δημοψήφισμα, η εκπεφρασμένη βούληση και κρίση του λαού θα ήταν το προσήκον νόμιμο μέσο επί του οποίου θα έπρεπε να κριθεί ένα τέτοιο μείζον εθνικό ζήτημα που δεσμεύει και τις επόμενες γενεές.
Η ιστορική πραγματικότης, δεν σχετίζεται με την παρούσα δίκη αλλά με την κριτική της συμφωνίας των Πρεσπών. Για την ονοματοδοσία περί την γλώσσα, την ιθαγένεια ή την εθνότητα η κατάρτιση των διεθνών συνθηκών συγκροτείται βάσει ειδικής επιστημονικής μεθοδολογίας. Κυρίαρχο ρόλο καθορίζουν χαρακτηριστικά πολιτισμικά, ιστορικά, ποιοτικά και όχι γεωγραφικά.
Ο πρώτος ορισμός γίνεται ήδη από τον Ηρόδοτο με τις έννοιες ομόγλωσσον, ομότροπον, ομόθρησκον.
Δεν έχει σημασία εάν ένας πληθυσμός με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά κατοίκησε για κάποιο χρονικό διάστημα σε ένα μέρος μίας ευρύτερης γεωγραφικής περιφέρειας. Ήγουν εάν Πακιστανοί ή Αιγύπτιοι κατοικήσουν για πέντε ή δέκα γενιές στην Αθήνα ή την Κρήτη δεν δύναται ασφαλώς να καταρτιστεί εκ του γεγονότος τούτου διεθνής συνθήκη που θα αναγνωρίζει την γλώσσαν τους ως Αθηναϊκή ή Κρητική, με μοναδική υποσημείωση ότι αυτή η γλώσσα απλώς δεν αφορά την Ελληνική και την Αρχαία Ελληνική ιστορία, όπως έπραξε η συμφωνία των Πρεσπών σε ένα επιστημονικό και ιστορικό ανοσιούργημα. Για να αναδείξουμε το μέγεθος της ιστορικής και επιστημονικής προσβολής ας πούμε μόνον αυτό.
Επιχειρούν, να παρουσιάσουν ως έθνος Μακεδόνων ένα σλαβικό φύλο που αναφέρεται σε ιστορικές πηγές για πρώτη φορά τον 7ο αιώνα μ.Χ! Το όνομα Μακεδονία ανάγεται χωρίς υπερβολή, στο λυκαυγές των ιστορικών χρόνων, σε πανάρχαια και ανεξακρίβωτα έτη. Ο Προμηθέας είχε γιο τον Δευκαλίωνα, ο οποίος είχε γυναίκα την Πύρρα. Αυτοί ήσαν οι μόνοι άνθρωποι που διασώθηκαν από τον κατακλυσμό! Απέκτησαν ένα γιο, τον Έλληνα….! Ο Έλλην είχε γιό τον Δώρο (Δωριείς) τον Αίολο (Αιολείς) και τον Ξούθο. Ο Ξούθος είχε γιο τον Ίωνα (Ίωνες) και τον Αχαιό. Ο Έλληνας είχε και μία αδερφή, την Θυία.. που γέννησε τον Μακεδόνα ή Μακεδνό!.
Προφανώς και εμφιλοχωρούν σε αυτήν την τόσο γοητευτική ιστορία, μυθολογικά στοιχεία, αλλά τα ονόματα ασφαλώς υπήρχαν και ουδείς αμφισβητεί την ελληνικότητά τους, στην παγκόσμια επιστημονική κοινότητα καθώς υπάρχουν αδιαμφισβήτητα στοιχεία αμιγώς ιστορικά. Τόμους θα ηδύνατο κανείς να εξιστορήσει από τα κεφάλαια της ιστορίας των Μακεδόνων, ας πούμε μόνον αυτά όμως. Η λέξη Μακεδών σημαίνει μακρύς-ψηλός (Ηρόδοτ Ιστορίαι Α56..). Διάσημη έχει καταστεί άλλωστε η φράση του γεωγράφου Στράβωνα «εστίν ουν Ελλάς και Μακεδονία».
Ο ίδιος ο Μέγας Αλέξανδρος και η Μακεδονική δυναστεία είναι Ηρακληδείς, του οίκου των Αργεαδών (από το Άργος), κατάγονται από τον μυθικό Τήμενο, τρισέγγονο του Ηρακλή, προς τούτο υπάρχει και δεδικασμένο θα λέγαμε σήμερα, καθώς ο Αλέξανδρος ο Α’ το έθεσε ως επιχείρημα στους Ελλανοδίκες που το απεδείχθησαν και έτσι αγωνίστηκε στους ολυμπιακούς αγώνες του 460π.Χ (Ηρόδ.5.22). Ο ίδιος ο Μέγας Αλέξανδρος στο προσκέφαλό του είχε πάντοτε την Ιλιάδα. Τα έπη του Ομήρου δεν ήσαν απλά παιδαγωγικά έργα, αλλά το «μητρικό γάλα» των Ελλήνων. Και με αυτό ανδρώθηκε και ο μεγάλος βασιλεύς.Ας αναφερω ενδεικτικα πως στα Γαυγάμηλα οι Μακεδόνες του Μεγάλου Αλεξάνδρου ήσαν σαράντα χιλιάδες, οι Πέρσες ήταν ένα εκατομμύριο! (σύμφωνα με τον Αρριανό).Και Παρά και μετά ταύτα, βρέθηκαν κάποιοι εκμεταλλευόμενοι την παρακμή του ελληνισμού και επιχειρούν να βεβηλώσουν αυτό κολοσσιαίο ιστορικό αποτύπωμα εκείνων των γιγάντων, ονοματίζοντας Μακεδονικό έθνος και Μακεδονική την γλώσσα ενός σλαβικού φύλου που εγκαταστάθηκε σε ένα τμήμα της γεωγραφικής περιοχής της Μακεδονίας αιώνες και αιώνες αργότερα!
Συμπερασματικά, ουδείς θα είχε αντίρρηση οι γείτονες να ασκούν ελεύθερα το δικαίωμα της έκφρασης και να ομιλούν την σλαβική τους γλώσσα ακόμη και εντός της ελληνικής επικράτειας, αρκεί απλώς να την ονομάτιζαν ως υφίσταται, ήγουν ως σλαβική. Οι λέξεις μακεδών και μακεδονική γλώσσα είναι άρρηκτα και ομοούσια στοιχεία μόνον του ελληνικού πολιτισμού και η γλώσσα τους η ελληνική, που για να ακριβολογήσουμε όσον αφορά τους αρχαίους Μακεδόνες έγκειται στην ιωνική (η άρχουσα τάξη κατά την διδασκαλία του Αριστοτέλη κτλ) και δωρική διάλεκτο.

Η απόφαση του Αρείου Πάγου

Όλες οι ανωτέρω ιστορικές αναφορές δυστυχώς δεν θα μπορούσαν να προβληθούν ως νομικό επιχείρημα στην δίκη, όσο διάστημα διατηρεί την νομική της ισχύ η συμφωνία των Πρεσπών. Υπάρχει όμως και ένα πολύ ισχυρό τεκμήριο και για αυτούς που ενδιαφέρονται όχι για την επιστημονική αλήθεια για την δύναμη και την αποφασιοκρατεία (autoritas e non veritas), η πολύ σπουδαία απόφαση του Αρείου Πάγου περί μακεδονικής γλώσσας και εθνότητας 1448/2009.
Μια δίκη που αφορά ένα σωματείο που ομιλεί για εθνότητα Μακεδόνων ξεκινά από ειδικές διατάξεις του Αστικού Δικαίου και της νομολογίας αλλά πηγαίνει τόσο μακριά όσο απλώνεται η Ελληνική ιστορία. Αυτή είναι η αιτία που δεν μπορούμε να επιτρέψουμε σε κανέναν να αλλοτριώνει ένα αγαθό που μας υπερβαίνει και επιβάλλεται να διαφυλάξουμε ως κληροδότημα στον παγκόσμιο πολιτισμό, ως πανανθρώπινο πολιτισμικό αγαθό, την δόξα της Αρχαίας Ελλάδας,
Οφείλουμε εν κατακλείδι να αναφέρουμε όλους όσους συμμετείχαν και συνεισέφεραν πραγματικά σε αυτό το σπουδαίο νομικό διακύβευμα, σύσσωμα τα Μακεδονικά Σωματεία, αλλά και άλλα σωματεία της Ελλάδος και του εξωτερικού, πλήθος μεμονωμένων αγνών πατριωτών, λίγους γενναίους δημοσιογράφους που τηρώντας και την δημοσιογραφική δεοντολογία ανέδειξαν αυτό το τόσο κρίσιμο εθνικό θέμα που πολλοί αποσιώπησαν επιμελώς, βεβαίως την Εισαγγελέα Φλώρινας και τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και πολλούς ‘άλλους νομικούς και δικαστές μεγάλου βεληνεκούς και ημάς τους δικηγόρους των σωματείων που μας ώθησε ένα χρέος πολύ βαθύτερο από αυτό που αποκαλείται νομικό καθήκον.

πηγή: www.bankingnews.gr

Το iokh.gr δημοσιεύει κάθε σχόλιο το οποίο είναι σχετικό με το θέμα. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι υιοθετεί τις απόψεις αυτές. Διατηρεί το δικαίωμα να μην δημοσιεύει συκοφαντικά, υβριστικά, ρατσιστικά ή άλλα σχόλια που προτρέπουν σε άσκηση βίας. Επίσης, σχόλια σε greeklish δεν θα δημοσιεύονται ενώ το iokh.gr, όταν και όπου κρίνει, θα συμμετέχει στον διάλογο.

Δημοσίευση σχολίου

Blogger