Η "Θεότητα" και η "Αθανασία" στην αρχαία Ελλάδα

«Άσοφοι είστε ‘σεις οι άνθρωποι. Δεν προβλέπετε ούτε το μελλοντικό καλό ούτε το κακό. Κι εσύ από την αλογίσιά σου, έπαθες αθεράπευτο κακό. Ορκίζομαι το μεγάλο όρκο των θεών στα νερά της Στυγός, αθάνατο που θα ‘μενε αιώνια νέος θα ‘κανα τν γιο σου και θα του εξασφάλιζα παντοτινή λατρεία. Τώρα δεν υπάρχει τρόπος να αποφύγει το θάνατο. Θα δέχεται όμως αιώνια τιμές, γιατί κοιμήθηκε στην αγκαλιά μου!», είπε έξω φρενών η θεά Δήμητρα στη Μετάνειρα, βασίλισσα της Ελευσίνας. Κι ύστερα της ζήτησε να της χτίσει ένα ναό για να την δοξάζουν, κι εκείνη σ’ αντάλλαγμα θα τους μάθαινε τις ιερές τελετές και τα Μυστήρια.

Μυθολογία Ελλήνων, Καρλ Κερένυι, σ.223

Οι μυθικοί Έλληνες των πανάρχαιων χρόνων της προϊστορίας, τότε που περισσότερο ονομάζονταν Μινύες ή Δαναοί παρά Έλληνες, φαίνεται πως είχαν ανακαλύψει το μεγαλύτερο απ’ όλα τα μυστικά, το Μυστικό της Αειζωίας και της Αιώνιας Νιότης! Ο όρος Αειζωία, όπως λέει ο γλωσσοπλάστης συγγραφέας Α. Τσακαλίας, υποδηλώνει ευτυμολογικά την ικανότητα να μπορείς να ζεις αιώνια, αλλά έχοντας την ελεύθερη βούληση να διαλέγεις μεταξύ ζωής και μη-ζωής, ενώ η Αθανασία σου στερεί το δικαίωμα επιλογής, όπως στην περίπτωση του αθάνατου κενταύρου Χείρωνα. Κατά λάθος χτυπημένος από δηλητηριασμένο βέλος του Ηρακλή, εκείνος δεν μπορούσε να γιατρευτεί αλλά ούτε και να πεθάνει, εκτός αν κάποιος δεχόταν να «θυσιαστεί» και να γίνει αθάνατος στη θέση του! Ο καημένος ο Προμηθέας δέχθηκε, για να μπορέσει να λυτρωθεί ο αινιγματικός Χείρων, ο δάσκαλος όλων των ηρώων και ημιθέων.

Στα πανάρχαια λοιπόν χρόνια, σε εποχές που αναφέρονται μόνο στα αρχεία των Αιγυπτίων ιερέων, τότε που τα «αιώνια παιδιά» κατατρόπωναν το στόλο των θρυλικών Ατλάντων ή και πολύ βαθύτερα στο χρόνο σε εποχές θολές σκεπασμένες με ιστορική ομίχλη, φαίνεται πως οι πρόγονοί μας είχαν ανακαλύψει το Μυστικό των Μυστικών. Σαν το χάρτη του κρυμμένου θησαυρού υφασμένου αλληγορικά στον καμβά των μύθων, ταξιδεύει μέσα στο μπουκάλι του Χρόνου που λικνίζεται στα ήσυχα κύματα του αιώνιου, και ερωτοτροπεί με τη νοημοσύνη των εποχών. «Κι εδώ συμβαίνει κάτι το περίεργο: όσο απομακρυνόμαστε από τα κέντρα των λεγομένων μεγάλων πολιτισμών, όσο ξεφεύγουμε από τις ιδέες των γνωστών μεγάλων θρησκειών, όσο πιο πίσω πάμε στο χρόνο και φτάνουμε σε εποχές και σε περιοχές που κάποιοι ονομάζουν ¨πρωτόγονες¨, τόσο περισσότερο οι απαντήσεις που δίνονται είναι τολμηρές, γεμάτες περηφάνια κι αισιοδοξία για τις ανθρώπινες δυνατότητες: «όχι, δεν είναι ούτε αναγκαίο ούτε αναπόφευκτο να γερνάει και να πεθαίνει ο άνθρωπος! Όσο πιο κοντά βρίσκεται ο άνθρωπος στη φύση, όσο πιο ενωμένος αισθάνεται με το σύμπαν, τόσο μεγαλύτερη είναι η πίστη του στη δυνατότητα της νίκης πάνω στη φθορά και στο θάνατο» γράφει ο Α. Γεωργίου, σ’ εκείνο το εξαιρετικό βιβλίο του Οι Κυνηγοί της Αθανασίας (σ.11). Και συνεχίζει (σ.145): «Αυτό σημαίνει ότι θεωρούμε πως η προσπάθεια του ανθρώπου να βρει τρόπους για να νικήσει τη φθορά και το θάνατο έχει μια αρχαιότητα που μετριέται όχι μόνο με χιλιάδες ή δεκάδες χιλιάδες χρόνια, αλλά με εκατοντάδες χιλιάδες». Και δεν έχει ούτε ένα θαυμαστικό σ’ αυτό το κείμενο!

Αυτή η τολμηρή θέση, αλλάζει κάθε θεώρηση, κάθε αντίληψη για το πιθανό βάθος του χρόνου που συμβαίνουν τα μυθικά γεγονότα. Ξέρουμε ήδη πως οι μύθοι είναι πολύ πιο αρχαίοι από τους «αρχαίους». Ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης δεν έφτιαξαν μύθους, αντίθετα μάλιστα, διερωτώνται για το νόημά τους και την αξία τους. Ο Όμηρος και ο Ησίοδος, διηγούνταν μύθους εξ αποκαλύψεως ή εξυφασμένους σε πολύ παλαιότερο καμβά. Ο Ορφέας, ο αρχαιότερος απ’ όλους (1600π.Χ.), φαίνεται να είναι αυτόπτης μάρτυς των μυθικών γεγονότων ή να «εκμυθεύει» τα γεγονότα. Αλλά, εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια είναι μια χρονική προοπτική με απίστευτους ορίζοντες. Μόνο η εσωτερική φιλοσοφία αναφέρεται σε τέτοιες χρονικές περιόδους, αλλά ο κ. Γεωργίου είναι πολύ «επιστημονικός», δηλαδή γράφει πολύ προσεκτικά για να μη διακυβεύσει την επιστημονική του οντότητα. «Αυτή η μεγάλη αρχαιότητα των τελετουργιών έχει σημασία γιατί, αν πράγματι οι μακρινοί μας πρόγονοι σκέφτονταν και πειραματίζονταν γύρω από τη δυνατότηα βελτίωσης και ανάπτυξης του οργανισμού τους επί εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια, δεν αποκλείεται καθόλου να είχαν φθάσει σε απίστευτα προχωρημένες γνώσεις και τεχνικές σ’ αυτόν τον τομέα»

Η Αθανασία λοιπόν, δεν ήταν μια συγκεχυμένη ατελής γνώση, αλλά μάλλον μια συγκροτημένη πολύπλευρη Επιστήμη. Οι επαϊοντες γνώριζαν πολύ καλά τη θεωρία, ήξεραν τι έπρεπε να κάνουν και ήξεραν εξίσου καλά τι αποτελέσματα να περιμένουν, αν η μέθοδος εφαρμοζόταν σωστά. Οι μέθοδοι και τεχνικές είναι πολλές, αλλά στη μυθική παράδοση εκφράζονται «αλλοιγορικά» (και όχι «αλληγορικά»), μέσα από πράξεις φρίκης και αποκρουστικές περιγραφές που δε θέλει κανείς ούτε να τις ακούει, ούτε να τις διαβάζει. Οι υποψήφιοι αθάνατοι, πνίγονται, καίγονται, διαμελίζονται, βράζονται, πεθαίνουν με αποτρόπαιο τρόπο. Είναι αμέτρητες οι μυθικές μανάδες που έσφαξαν τα παιδιά τους και τα έφαγαν ωμά, ψητά ή βραστά, ή τα έδωσαν σε κάποιον άνθρωπο ή θεό να τα φάει. Όταν ο Διόνυσος πήγε στο Άργος οι Αργείοι δεν τον αναγνώρισαν σαν θεό, κι αυτός τρέλανε τις γυναίκες τους, που πήραν τα βουνά κι άρχισαν να τρώνε τα μωρά τους (Απολλόδωρος, βιβλίο 3, π.36). Τα ίδια περίπου είχαν συμβεί στη Θήβα, όπου η βασίλισσα Αγαύη κάνει κομμάτια τον γιο της Πενθέα γιατί τον πέρασε γι’ αγρίμι. Η Πρόκνη ψήνει τον Ίτη και τον δίνει στον Τηρέα για φαγητό. Η Ινώ βράζει τον Μελικέρτη σε «πεπυρωμένο λέβητα», κι ύστερα τον παίρνει και πηδάει στη θάλασσα, κι έτσι απλά, γίνονται θεοί. Και όχι μόνο μάνες, αλλά και πατέρες και αδελφές. Ο Ηρακλής ρίχνει στη φωτιά τα παιδιά του και τα’ ανίψια του, ο Τάνταλος διαμελίζει τον Πέλοπα, τον βράζει και τον δίνει στους θεούς για γεύμα, ο Ατρέας βράζει τα παιδιά του Θυέστη, ο Λυκούργος κλαδεύει τον Δρύαντα γιατί νομίζει πως είναι αμπέλι, κλπ. Η Μήδεια, η μεγάλη ιέρεια της Ζωής, κομμάτιασε τον αδελφό της Άψυρτο, έκαψε τον αδελφό της Πέρση, πυρπόλησε τη Γλαύκη, έσφαξε τα παιδιά της κι έφυγε σαν κυρία πετώντας με το άρμα που της είχε χαρίσει ο Ήλιος, ο παππούς της… Είναι δυνατόν όλοι οι μυθικοί ήρωες να ήταν παιδοκτόνοι και κανίβαλοι; Ακόμα και οι κανίβαλοι δεν τρώνε τα παιδιά τους, τρώνε τους εχθρούς τους.

Αν πάρουμε κατά γράμμα τους μύθους, θα πρέπει να πιστέψουμε πως οι πρόγονοί μας ήταν τα πιο διεστραμμένα εγκληματικά μυαλά όλων των εποχών. Αλλά στην αρχαία θρησκεία ο δράστης έπρεπε να εξαγνιστεί τελετουργικά αν έκανε φόνο. Π.χ. η Μήδεια εξαγνίζεται για το φόνο του Αψύρτου από την Κίρκη, αλλά δεν αναφέρονται εξαγνισμοί για τα άλλα εγκλήματα. Ο Απόλλων σκότωσε τον «κακό δράκο» Πύθωνα (ο συμβολισμός του «Δράκου» είναι πολυσήμαντος. Ο Πύθωνας ήταν πολύ «καθώς πρέπει» δράκος και κύριος του μαντείου των Δελφών…) και τιμωρήθηκε να υπηρετεί τον βασιλιά Άδμητο επί επτά χρόνια σαν βοσκός του για να εξιλεωθεί. Αλλά όταν σκότωσε την Κορωνίδα, μητέρα του Ασκληπιού, ο Δίας «πέρα έβρεχε». Γιατί;… Υπάρχουν επτά τρόποι (κλειδιά) ερμηνείας των μύθων, και το πιθανότερο είναι πως τα περισσότερα «περίεργα» εγκλήματα, αν ερμηνευθούν στο βιολογικό κλειδί, είναι σκόπιμη κάλυψη των τεχνικών Αειζωίας. Υπάρχει όμως και η εκδοχή της σκόπιμης διαστρέβλωσης των μύθων: «Ξέρουμε σήμερα με βεβαιότητα ότι η θρησκεία που έφεραν μαζί τους τα ελληνικά φύλα, όταν ήρθαν στον χώρο που λέμε Ελλαδικό, ήταν εχθρική απέναντι σ’ όλες τις ¨τεχνικές αθανασίας¨». (Κυν. Αθ. Σ. 53).

Μήπως όμως, οι τεχνικές αθανασίας αφορούν την αθανασία της ψυχής ή του πνεύματος; Τελετές και βαθμούς μύησης στα μικρά και μεγάλα Μυστήρια; Κι όμως όχι. Τα «δρώμενα», «δεικνύμενα» και «λεγόμενα» των Μυστηρίων ήταν απόρρητα με όρκο σιωπής επί ποινή θανάτου, άρα δε λέγονταν και δεν γράφονταν - και πράγματι ελάχιστα έχουν διαρρεύσει. Εξάλλου αναφορά σε «ανάσταση πνεύματος» είναι ανυπόστατη και η «μύηση μωρού» είναι οξύμωρη. Υπάρχουν ερμηνείες μύθων που συνδέονται με μυστηριακές μυήσεις, όπως ο διαμελισμός του Διονύσου, αλλά η μια ερμηνεία δεν αναιρεί την άλλη και γι’ αυτό υπήρχαν τόσοι «επέκεινα» τόποι: Νήσος Μακάρων, Ηλύσια Πεδία, Όλυμπος, ο αινιγματικός Τάρταρος για άτακτους θεούς και για τους άτυχους ο Άδης.

Η επιστήμη της Αειζωίας χρησιμοποιούσε πολλές τεχνικές και μεθόδους για την επίτευξη του ιερού σκοπού. Αν ρωτήσουμε τους μύθους, μοιάζει να λένε πως οι τεχνικές είναι συνυφασμένες με τα τέσσερα ή πέντε στοιχεία ή «ριζώματα»: Αιθέρα, Φωτιά, Αέρα, Νερό, Γη. Οι αντίστοιχες τεχνικές ήταν: α) ψήσιμο στη φωτιά β) διαμελισμός και βράσιμο γ) έκθεση στον αέρα δ) παραμονή στο νερό και ε) παραμονή σε σπηλιά ή σε ομοίωμα ζώου. Ο διαχωρισμός όμως αυτός δεν είναι απόλυτος, γιατί πολλές φορές χρησιμοποιούνται περισσότερα από ένα στοιχεία, και άλλες τόσες αναφέρονται παράξενοι τρόποι αθανασίας, όπως μια χρυσή τρίχα (Πτερέλαος), μια πορφυρή τρίχα (Νίσος), βότανα, φίλτρα, αμβροσία, δύναμη, πονηριά, μουσική, έρωτας ή φιλία με τους θεούς κτλ. Η «θεά» Δήμητρα χρησιμοποιεί την τεχνική του «Αιθερικού Πυρός» (ψησίματος;).

Η μέθοδος της Δήμητρας χρησιμοποιείται κυρίως από «θεούς» κι αντιστοιχεί στο στοιχείο του Αιθέρα. Όταν η Δήμητρα, περίλυπη για το χαμό της Περσεφόνης έφθασε στην Ελευσίνα, έγινε παραμάνα του μικρού Δημοφώντα, ιού του βασιλιά Κελεού και της βασίλισσα Μετάνειρας. «Η Δήμητρα περιποιόταν το παιδί στο παλάτι. Αυτό μεγάλωνε σαν θεός, χωρίς τροφή και χωρίς πιοτό. Η θεά το μύρωσε με αμβροσία(;) και το φύσηξε με τη γλυκιά αναπνοή της. Κάθε βράδυ έβαζε το παιδί πάνω στη δυνατή φωτιά, σαν πελεκούδι από το οποίο φτιαχνότανε ένα δαδί». Οι γονείς του δεν ήξεραν τίποτα. «Γι’ αυτούς ήταν ένα θαύμα πως ο γιός τους μεγάλωνε. Είχε γίνει σχεδόν σαν τους θεούς(!). Η Δήμητρα θα τον έκανε αθάνατο που δε γερνάει ποτέ, αν η Μετάνειρα, αλόγιστη, δεν κατασκόπευε και δεν είχε δει, τι συνέβαινε με το παιδί». Η βασίλισσα έβαλε τις φωνές πως θα καεί το παιδί της. Η Δήμητρα θύμωσε. Τράβηξε τον Δημοφώντα από τη φωτιά και τον ακούμπησε στο πάτωμα, ύστερα γύρισε και κατσάδιασε τη Μετάνειρα (Κερένυι, Μυθ. Ελλ. Σ. 223). Ο Απολλόδωρος είναι λακωνικός, αλλά η εκδοχή του είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα: «Το επήρε η Δήμητρα και το έτρεφε, κι επειδή ήθελε να το κάνει αθάνατο, τις νύχτες παράχωνε το βρέφος στη φωτιά για να του αφαιρέσει τις θνητές σάρκες(!)» (βουλομένη δε αυτό αθάνατον ποιήσαι, τας νύκτας εις πυρ κατετίθει το βρέφος και περιήρει τας θνητάς σάρκας αυτού»). Επειδή δε ο Δημοφών μεγάλωνε παραδόξως κάθε μέρα, την παραφύλαξε η Μετάνειρα, κι όταν την είδε να το ‘χει χωμένο στη φωτιά («εις πυρ εγκεκρυμμένον»), έβαλε τις φωνές και το βρέφος κάηκε (Απολλόδωρος β.31 σ.22).

Τι είδους φωτιά ήταν αυτή στην οποία η Δήμητρα έχωνε και έψηνε τον Δημοφώντα; Πως έφευγαν οι «θνητές σάρκες» με το «πυρ» και με τι αντικαθίσταντο; Και γιατί μόλις η Μετάνειρα έβαλε τις φωνές, η Δήμητρα διέκοψε τη διαδικασία αθανατοποίησης ή, ακόμα χειρότερα, άφησε το παιδί να καεί; Ο Θόδωρος Αξιώτης (Αργώ σ.129) γράφει: «Όταν η Δήμητρα προσπαθούσε να κάνει αθάνατο τον γιο του Κελεού, σημαίνει ότι τον εξαϋλωνε. Το ίδιο με τη Θέμιδα και τον Αχιλλέα…». Εδώ ο Αξιώτης εννοεί τη Θέτιδα (ο Θόδωρος Αξιώτης ήταν ο εκπληκτικός εκείνος άνθρωπος που, όταν του μιλούσαν οι «πεντάγωνοι» στρατηγοί περί σοβαροτάτων θεμάτων, αιωρείτο με την καρέκλα του ως το ταβάνι για να σκεφθεί, και κατέβαινε ως το τραπέζι για να τους απαντήσει. Ο Αξιώτης «έφυγε» μυστηριωδώς). Και συνεχίζει: «το ίδιο με την Αθηνά και τον Περσέα, το ίδιο με την Αθηνά και τον Εριχθόνιο». Εξαιρετική εκδοχή!… Το πιθανότερο όμως είναι, σύμφωνα με την εκδοχή του Απολλόδωρου, ότι το «εις πυρ εκγεκρυμμένον» σημαίνει πως τον έκρυβε στα πυρωμένα κάρβουνα και τις στάχτες και τον σιγόψηνε, δηλαδή, τον έλουζε με κάποιο «πυρ» επομένως, είναι μία ακτινοβολία που προκαλεί μεταλλάξεις στο DNA, δημιουργώντας ένα νέο τύπο αθάνατων και αγέραστων κυτταρικών δομών, απαλλαγμένων από τα γονίδια του θανάτου και του γήρατος. Άλλη εξαιρετική εκδοχή είναι ότι, με ένα «νυστέρι» τύπου λέιζερ, που εκπέμπει μια δέσμη πολωμένης ενέργειας με συγκεκριμένη ή εναλλασσόμενη παλμικότητα, αφαιρούνται τα γονίδια του γήρατος και του θανάτου, οι θνητές σάρκες.

Η τελετουργία ή «θεραπεία», θα πρέπει να γίνει σε απόλυτη απομόνωση και ηρεμία, γι’ αυτό η Δήμητρα εργαζόταν νύχτα. Η μετάλλαξη πρέπει να είναι σταδιακή, γι’ αυτό διαρκούσε «νύχτες» και όχι μόνο μία νύχτα. Σίγουρα η διαδικασία θα πρέπει να γίνεται με πολλή προσοχή και μεγάλη συγκέντρωση εκ μέρους του επιστήμονα «θεού», για να μην κάνει στην κυριολεξία ψητό τον υποψήφιο. Αν η Μετάνειρα μπήκε στο «εργαστήριο» τσιρίζοντας, είναι πιθανόν να ταράχθηκε η Δήμητρα και πράγματι να έκαψε τον Δημοφώντα ή, στην εκδοχή που αναφέρει ο Κερένυι, να έκανε κάποιο λάθος και να προκάλεσε ανεπανόρθωτη βλάβη στη δομή των κυττάρων του παιδιού, έτσι που να μην μπορούσε ξανά να υποστεί τη διαδικασία γονιδιακής μετάλλαξης.

Η μέθοδος της θεάς Δήμητρας είναι βέβαια Θεϊκή, αλλά τι δουλειά είχε να περνάει την ώρα της με τους ανθρώπους, να γελάει με τα αστεία της Ιάμβης, να νταντεύει και να ψήνει μωρά; Όταν εμφανίστηκε στην Ελευσίνα, είχε εμφάνιση γριάς από τη στενοχώρια της για το χαμό της Περσεφόνης. Αλλά όταν μπήκε στο παλάτι του Κελεού, το κεφάλι της άγγιζε τη σκεπή. Σαν θεά, πετούσε μέχρι τον Ήλιο για πληροφορίες, αλλά είχε και δύο αναμμένους δαυλούς στα χέρια. Τι τους ήθελε; Για να βρει τον Ήλιο; Η Εκάτη πετούσε μαζί της, επίσης με έναν αναμμένο δαυλό για «περισσότερο φως»! Ο δαυλός είναι ένα από τα σύμβολα των Μυστηρίων, αλλά είναι σύμβολο μιας αναμμένης τουρμπίνας. Εξάλλου, η Δήμητρα, παρά τα νεύρα που είχε με τη Μετάνειρα, έφτιαξε στον μεγάλο γιο (τον Τριπτόλεμο) ένα άρμα που το ‘σερναν ιπτάμενοι δράκοντες. Κι εκείνος σαν καλό παιδί, έσπειρε από ψηλά όλη τη γη με στάρι. ( Το περίεργο δεν είναι μόνο πως η Δήμητρα έκλεβε τη δουλειά του Ήφαιστου, «δίφρον κατασκευάσασα πτηνών δρακόντων», ενώ του Ίδα ήταν απλώς «άρμα υπόπτερον» που πέταγε χωρίς δράκους). Τέλος η «θεά» απαίτησε ένα μεγάλο ναό στη θέση που είναι και σήμερα. «Στο ναό έμενε η Δήμητρα μακριά από τους μακάριους θεούς και θρηνούσε για την κόρη της» και μάλιστα εκείνο το χρόνο τους έκανε τη ζωή κόλαση, θεών και ανθρώπων.
Τι έκανε η θεά στο ναό και δεν πήγαινε στο παλάτι της να κλαίει, αφού είχε ωραιότατο παλάτι; Τουλάχιστον οι Αργοναύτες το είχαν δει. Αφού ταλαιπωρήθηκαν επί δώδεκα ημέρες σε άγνωστες θάλασσες, βρέθηκαν χωρίς πολλά-πολλά από τον Εύξεινο Πόντο στον Ατλαντικό ( ή πέταξε η Αργώ ή λείπει κείμενο), και συνεχίζει ο Ορφέας: «Ούτε κανένας θα ήξερε που βρισκόμαστε, αν ο Λυγκεύς, που βλέπει πάρα πολύ μακριά (ακόμη και κάτω από τη γη!), δεν παρατηρούσε εις τα έσχατα μέρη του ησύχως ρέοντος Ωκεανού μίαν πευκόφυτον νήσον. Και τα μεγάλα ανάκτορα της βασιλίσσης Δήμητρος. Γύρω δε από αυτά, εν μέγα νέφος είχε σχηματίσει κύκλον» (Ορφ. Αργ. 1189-1117). Ο Ορφέας δεν αναφέρει τη Δήμητρα σαν θεά αλλά ως άνασσα (βασίλισσα), και αργότερα όταν αντικρίζουν τα παλάτια του θεού Διονύσου τον αναφέρει ως άνακτα (άναξ = βασιλιάς). Μήπως γιαί ήταν πολύ αρχαιότερος των άλλων αφηγητών; Ο Αργύρης Τσακαλίας είναι πεπεισμένος ότι οι «θεοί» είναι άνθρωποι που μέσω μυήσεων έγιναν αθάνατοι και πανίσχυροι, όπως διηγείται πολύ αναλυτικά στο πρόσφατο βιβλίο του Γαλαξιακή Αγαποκοινωνία: « Ο Προμηθέας τους μιλά περιμένοντας τον Ηρακλή να τους μεταφέρει στο άγνωστο σημείο του ηλιακού συστήματος, όπου τους περιμένει το καινούργιο σχολείο που είχε προηγουμένως φτιάξει» (σ.81) ενώ σε «άχρονο χρόνο»: «Ο Διόνυσος τελείωσε τη θεϊκή σχολή στο άστρο της Μαίρας(!) (Μερού, Μηρού, Κυνός) και ήλθε να μυήσει τους νέους Αθηναίους» (σ.128).

Μια άλλη θεϊκή επιστήμων που χρησιμοποιούσε τη μέθοδο του Αιθερικού Πυρός ήταν η Θέτις, παρόλο που γνώριζε πολλές μεθόδους. Όταν η Θέτις παντρεύτηκε τον Πηλέα στο Πήλιο, κατέβηκαν οι θεοί στο γάμο και διασκέδαζαν με τους ανθρώπους, κάτι που συνέβαινε πολύ σπάνια. Όταν ο Πηλέας επιχείρησε να συνουσιασθεί με τη Θέτιδα, εκείνη μεταμορφώθηκε σε φωτιά, νερό, θηρίο κλπ. (σαν τον Πρωτέα και τον Νηρέα), αλλά ο πήλινος άνθρωπος την κράτησε γερά, όπως τον είχε συμβουλεύσει ο Χείρων. «Άμα δε η Θέτις εγέννησε ένα βρέφος από τον Πηλέα, επειδή ήθελε να το κάνει αθάνατον, την νύχτα, κρυφά από τον Πηλέα, το έχωνε στη φωτιά και έτσι κατέστρεφε ό,τι κομμάτι ήταν μέσα στο σώμα του παιδιού θνητόν από τον πατέρα του, την ημέρα δε το έχριε με αμβροσίαν» («αθάνατον θέλουσα ποιήσαι τούτο, κρυφά Πηλέως εις το πυρ εγκρύβουσα της νυκτός έφθειρε ό ήν αυτώ θνητόν πατρώον, μεθ’ ημέραν δε έχριε αμβροσία»). «Ο Πηλέας όμως παραφύλαξε κι όταν είδε το παιδί επάνω στη φωτιά έβαλε τις φωνές. Κι η Θέτις επειδή εμποδίστηκε να ολοκληρώσει το έργο της, παράτησε το νήπιο κι έφυγε και πήγε στις Νηρηίδες» (Απολλόδωρος βιβλίο 3, 171).

Το σκηνικό είναι σχεδόν το ίδιο με την αφθάτριση του Δημοφώντα. Νύχτα, ησυχία, το πυρ που απαλλάσει τον Αχιλλέα από τα θνητά γονίδια του πατέρα του. Αυτή τη «έγκρυψις εις πυρ», είναι ίσως φράση-κλειδί. Το πυρ, έχει μια μικρή διαφορά από τη φωτιά. Πυρπολώ δε σημαίνει «φωτιαπολώ» ούτε εκπύρωση σημαίνει «εκφώτιαση». Τα πυρ-ακτ-ωμένα κάρβουνα δεν είναι φωτιά, είναι χόβολη. Ένα ραδιενεργό κάρβουνο, λάμπει τη νύχτα σαν αναμμένο κάρβουνο. «Ο Μπεκερέλ έχει φυλαγμένο σ’ ένα μολυβένιο κουτάκι έναν πολύ μικρό κόκκο από αυτή την ύλη. Στο σκοτάδι εκπέμπει μια πρασσινωπή λάμψη που μοιάζει με της πυγολαμπίδας» (Ε. Μπλαβάτσκυ, Επιλογή Γραπτών σ119). Αν η Θέτις και η Δήμητρα σκέπαζαν το σώμα των παιδιών με ραδιενεργά «κάρβουνα», μιας άγνωστης σε μας ακτινοβολίας που έλαμπαν στο σκοτάδι με πράσινο ή κόκκινο φως, δεν θα ήταν αρκετό να προκαλέσει τον πανικό του Πηλέα ή της Μετάνειρας; Αν ένας αναστενάρης, έπαιρνε ένα μωρό και το έβαζε να περπατήσει στα αναμμένα κάρβουνα, με όλη την τελετουργία που κάνει άτρωτα τα πόδια του, κι εκείνη την ώρα ορμούσε ο γονιός ουρλιάζοντας ότι του καίει το παιδί του, τι θα συνέβαινε; Μάλλον θα έσπαγε η συγκέντρωση του αναστενάρη και θα του καιγόταν το παιδί. Ο Αχιλλέας μάλιστα, ήταν τόσο μωρό που δεν είχε θηλάσει ακόμα, αυτό σημαίνει το όνομά του. Δικαιολογημένη λοιπόν η οργή της Θέτιδας αλλά και της Δήμητρας.

Η τελετουργία του αιθερικού πυρός για τη Αειζωία και αει-νεότητα του Αχιλλέα και του Δημοφώντα είναι πανομοιότυπες. Στην περίπτωση του Ασκληπιού, του Διονύσου και του Εριχθόνιου η περιγραφή είναι πιο αινιγματική. Ο Απόλλων ερωτεύθηκε την Κορωνίδα, κόρη του Φλεγύου βασιλιά των Φλεγρών και την άφησε έγκυο (στο αστρονομικό κλειδί: ο ήλιος απέκτησε τη φλεγόμενη κορώνα του). Η Κορωνίς όμως προτίμησε τον Ίσχυ για άντρα της. Το κοράκι του ‘πε τα νέα κι ο Απόλλων έξαλλος το ‘κανε μαύρο από άσπρο. Η Άρτεμις τόξευσε την Κορωνίδα μαζί με άλλες Φλέγυες γυναίκες. Φλόγες άναψαν και καιγόταν η Κορωνίς. Ο Απόλλων άρπαξε τον Ασκληπιό από το σώμα της μάνας του (όπως ο Δίας τον Διόνυσο, από το σώμα της καιόμενης Σεμέλης) και φυσικά τον πήγε στον Χείρωνα (Πίνδαρος Εις Πυθιονίκας). Ο Ασκληπιός όχι μόνο έγινε Αθάνατος, αλλά δεν άφηνε και κανέναν να πεθάνει και σαν μα μην έφθανε αυτό ανάσταινε και νεκρούς. Ο Απολλόδωρος μετά από έρευνα αναφέρει έξι αναστημένους, αλλά εδώ εξατάζουμε την τεχνική του «ψησίματος στη Φωτιά»….

Ο Εριχθόνιος έχει δύο γονείς αθάνατους, αλλά κι αυτός έχει ένα μικρό πρόβλημα. Η Αθηνά πήγε στον Ήφαιστο να φτιάξει όπλα, αλλά εκείνος άρχισε να την κυνηγάει για να συνουσιασθούν. Πρόλαβε και εκσπερμάτωσε στο μπούτι της. Εκείνη πήρε μαλλί, σκούπισε το σπέρμα με αηδία και το πέταξε στη γη. Από το πύρινο σπέρμα του Ηφαίστου, η Γη γέννησε τον Εριχθόνιο. «Τούτον Αθηνά κρυφά των άλλων θεών έτρεφε, αθάνατον θέλουσα ποιήσαι». Και τον έβαλε σε μια θήκη («κτιστίν»!-Απολλόδωρος β3/189) και την παρέδωσε στις κόρες του Κέκροπα να την φυλάνε. Εκείνες παράκουσαν την απαγόρευση της θεάς, άνοιξαν τη «θήκη», τρελάθηκαν μ’ αυτό που είδαν κι αυτοκτόνησαν. Τι είδαν; Ένα τεράστιο φίδι ή τον Εριχθόνιο μισό-φίδι. Και γι’ αυτό τρελάθηκαν; Χμμ…Αν η «θήκη» είναι κάτι σαν τη θήκη της αξονικής τομογραφίας και το «φίδι» μια πολωμένη ακτινοβολία ή ροή φωτονίων; Κι αν ο Εριχθόνιος ακτινοβολεί κάποιο φως ή είναι μισο-εξαϋλωμένος; Τότε ίσως και να τρελαίνεσαι… Όπως τρελαίνεσαι με τον Αξιώτη: « ο Εριχθόνιος είναι πολύ κοντά στο μαγικό λυχνάρι του Αλαντίν. Όπως το τζίνι μπορούσε να μπει στο μαγικό του λυχνάρι, το ίδιο κι ο Εριχθόνιος μπορούσε να χωρέσει στη μαγική θήκη της Αθηνάς. Φυσικά όχι σαν Εριχθόνιος, αλλά ίσως σαν μια μαγική πέτρα που εκπέμπει ακτινοβολίες από το «Αθάνατο Πυρ» (Αργώ σ.129). Νομίζω πως είναι πολύ πιθανότερο, η μαγική πέτρα να ακτινοβολούσε Αθάνατο πυρ στον Εριχθόνιο.
«Ξέρουμε σήμερα, πέρα από κάθε αμφισβήτηση, ότι ο άνθρωπος είναι ένα μεταλλαγμένο πλάσμα(!) σε σύγκριση με τους προγόνους του. Η αλλαγή αυτή και ο τρόπος που έγινε είναι ένα από τα αινίγματα που προσπαθεί να λύσει η επιστημονική έρευνα» (Κυν. Αθ. 137). Όσο για το παλιό Λυχνάρι (αρχαία σοφία), ο Αλαντίν πρέπει να το τρίψει καλά για να γυαλίσει (ν’ ασχοληθεί με πάθος) για να εμφανισθεί το τζίνι (πνεύμα των μύθων και παραδόσεων) που πραγματοποιεί τις επιθυμίες. Αλλιώς όσο το μεταχειρίζεσαι σαν «παλιό λυχνάρι», το Πνεύμα δεν αποκαλύπτεται.(truthison.com)


ΠΗΓΗ

Δημοσίευση σχολίου

Blogger