Η Ευρώπη συγκλονίζεται από τις πολιτικές αναταράξεις, που βρίσκουν ιδεολογικό υπόβαθρο στην άρνηση της λιτότητας, εγκαινιάζοντας μια νέα ιστορική περίοδο του μετανεοφιλελευθερισμού.

Πολιτικά κινήματα και κόμματα προσπαθούν να εκφράσουν τις νέες τάσεις, όπως δημιουργούνται πρωτόλεια, μέσα από τις ασφυκτικές συνθήκες υστέρησης, που έχουν επιβληθεί στους λαούς.

Ενώ οικονομικοί κύκλοι, που δεν έχουν προλάβει να δημιουργήσουν διαπλοκή με τις νεοπολιτικές τάσεις, προσπαθούν να αφυπνίσουν τις δυνάμεις εκείνες που μπορούν να ασκήσουν καταστολή, μέχρι να ανασυνταχθούν και να μπουν πιο δυναμικά στο παιχνίδι με καινούργια mixed πολιτικά προιόντα, που θα προστατεύουν το κεφάλαιο.

Αυτό συμβαίνει και στη μεγάλη Ευρωπαική κλίμακα, αλλά και σε μικρή εθνική κλίμακα, καθώς το μεγάλο κεφάλαιο διεθνές ή εγχώριο είναι εκείνο που πλήττεται βαρύτατα από τις καινούργιες συνθήκες, διότι επαναστάτησε το πελατειακό δυναμικό που το συντηρούσε.

Ακριβώς σε αυτό το σημείο, η Ελλάδα αγωνίζεται να συμμετέχει στο παιχνίδι της Ευρωπαικής Ένωσης, σαν ισότιμος παρτενέρ βάζοντας τους δικούς της όρους. Είναι λογικό λοιπόν, να προκαλεί κραδασμούς σε όλα τα επίπεδα διοίκησης αυτού του οικοδομήματος, διότι επιχειρεί να λανσάρει ένα καινούργιο μοντέλο διακυβέρνησης, που θα συνοδεύεται με περισσότερη εθνική αυτοδιαχείριση.

Η εθνική αυτοδιαχείριση μειώνει τη δυνατότητα ανάπτυξης οικονομικών καρτέλ, ενώ ενισχύει το γεωπολιτικό status της κάθε χώρας.

Η ανάπτυξη τέτοιου είδους δεξιοτήτων σε κάθε χώρα όμως απομονώνει τον έλεγχο στα χέρια της και δεν βοηθά στην εξέλιξη του οικονομικού μεταπρατισμού, καθώς η οικονομία της θα εξαρτάται από ίδιους παραγωγικούς τομείς, όπως και η κυριαρχία της και όχι από ιμπεριαλιστικές χώρες ή ενώσεις.
Η μάχη όμως είναι πολύ σκληρή, διότι από την στιγμή που υπάρχει δανειστική εξάρτηση η εθνική αυτοδιαχείριση δεν μπορεί να είναι ολοκληρωτική. Σε αυτά λοιπόν τα πλαίσια, καλείται η Ελληνική Κυβέρνηση να απεγκλωβίσει όσο περισσότερες κυριότητες μπορεί, τουλάχιστον στο επίπεδο που αφορούν την αξιοπρεπή διαβίωση και συνέχεια του λαού.

Ο δρόμος είναι μακρύς, γιατί τα μνημόνια έχουν φροντίσει δυστυχώς κάποιοι «συνέλληνες» να γίνουν κατεστημένη γραμμή διαπραγμάτευσης.

Οι διαπραγματεύσεις της Ελληνικής Κυβέρνησης αυτόν το ορίζοντα έχουν και για αυτό είναι δύσκολες, και απαιτούν ψυχραιμία από όλα τα μέρη, καθώς και εθνικό πολιτικό μέτωπο.

Πρώτη προτεραιότητα λοιπόν αποτελεί η επαναφορά των βασικών δομών ποιότητας ζωής, χωρίς όμως να διαταραχθεί η δανειστική σχέση που είναι απαραίτητη για την άμεση ρευστότητα, εάν θέλουμε να μιλάμε ρεαλιστικά. Κατά αυτόν τον τρόπο δεν θα φύγουν άλλα κεφάλαια στο εξωτερικό, έτσι ώστε να χρειάζεται να διοχετεύονται χρήματα κάθε φορά στην ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, αλλά ούτε και οι καταθέσεις των πολιτών να κινδυνεύσουν.

Για αυτό ήταν σημαντική η παράταση της δανειακής σύμβασης, που μέλλει να ολοκληρωθεί με καινούργια συμφωνία αντικρίσματος, που όμως δεν θα έχει το χαρακτήρα του μέχρι τώρα σε όλους μας γνωστού «μνημονίου».

Γιατί δεν θα έχει το χαρακτήρα του «μνημονίου»; Γιατί πολύ απλά θα τείνει να αποδείξει, ότι απολογιστικά μπορεί να αντιμετωπίσει μεγαλύτερα έσοδα επενδύοντας σε κοινωνικές μεταρρυθμίσεις και όχι στη λιτότητα. Γιατί θα έχει ως βάση το «Πρώτα η ανάπτυξη και μετά εξυπακούεται η σταθερότητα» και όχι το αντίστροφο που ίσχυε έως σήμερα. Γιατί θα αξιώσει να αντιμετωπίσει το δανειστή, με έσοδα προερχόμενα από την πραγματική καταπολέμηση της διαπλοκής και όχι την πλασματική που ίσχυε μέχρι σήμερα.

Και μετά η ποσοτική χαλάρωση του Ντράγκι και το αναπτυξιακό πακέτο του Γιούνκερ θα πάψουν να είναι το καρότο, διότι θα αποτελούν αυτονόητα μέτρα της στροφής της Ευρώπης προς την ανάπτυξη.
Αυτή είναι κύριοι/ες η διαφορά της συμφωνίας από το «μνημόνιο». Και είναι στο χέρι μας να παραμείνει συμφωνία και να μην γίνει «μνημόνιο», όπως ήταν πριν. Γιατί υπάρχουν συμφωνίες που δεν γίνονται «μνημόνια».

Και αυτό δεν αποτελεί ιδεολογική σύνθεση της Αριστεράς, αλλά της ίδιας της Δημοκρατίας…

Όταν ανασυγκροτήσουμε λοιπόν τις δυνάμεις μας , τότε θα μπορούμε να επιτύχουμε και την απομείωση του μη βιώσιμου χρέους.

Διαφορετικά αποτελεί δική μας απόφαση και εννοώ του λαού, να πάψουμε τη σχέση μας με την Ευρώπη και να αποκτήσουμε ξανά το δικό μας νόμισμα.

Αν αυτό είναι το ζητούμενο, ας το αποφασίσουμε ο καθένας από εμάς εσωτερικά, σε πρώτη συνεργασία με τον εαυτό του και μετά με τους υπόλοιπους γύρω του. Και αν κατόπιν ισχύει και πλειοψηφικά, τότε δεν έχουμε παρά να δώσουμε αυτό το πρόσταγμα στην Κυβέρνηση, έτσι ώστε να έχει ξεκάθαρους στόχους…

Παναγιώτα Μπλέτα –Συγγραφέας – Email: bletas.p1@gmail.com Facebook/Twitter: Panagiota Bletas



ΠΗΓΗ

Δημοσίευση σχολίου

Blogger